του Νίκου Γυπαράκη*
Χωρίς υπερβολή, είναι τουλάχιστον ακροβατικός ο ισχυρισμός ότι η αιολική ενέργεια δεν αποτελεί σημαντικό αντίδοτο στις ρυπογόνους μορφές παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, όπως στην καύση λιγνίτη που επιβαρύνει την ατμόσφαιρα με τόνους διοξειδίου του άνθρακα, με αμετάκλητες συνέπειες στην παγκόσμια αύξηση θερμοκρασίας. Και βέβαια η αιολική, σαν μια γνήσια μορφή Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), αποτελεί απάντηση.
Ακόμη κι αν αγνοήσουμε το γεγονός ότι, από το περασμένο καλοκαίρι, στη Σύνοδο της G-7 στη Βαυαρία, όλα τα συμμετάσχοντα κράτη συμφώνησαν στο να αποσυνδεθεί τελείως ως το 2100 από τον άνθρακα η παγκόσμια παραγωγή ενέργειας, άρρηκτα συνδεδεμένη με την παγκόσμια οικονομία, ακόμη κι αν αγνοήσουμε ότι εδώ και μόλις μια εικοσαετία σε 80 και πλέον κράτη η παγκόσμια εγκατεστημένη αιολική ισχύς έχει εβδομηκονταπλασιαστεί, δεν έχει κανείς παρά να κάνει μιαν απλούστατη σύγκριση: Αν κάποιος διέθετε ένα εξοχικό σε ένα λιβάδι και για λόγους ηλεκτροδότησης του διπλανού χωριού λάμβαναν την απόφαση να εγκατασταθεί σε διπλανή έκταση μια μονάδα παραγωγής ηλεκτρισμού, σε ποια περίπτωση πραγματικά θα ήθελε να εξακολουθεί να κατοικεί στο εξοχικό του; Εάν η μονάδα ήταν ένα αιολικό πάρκο, ή εάν τη διπλανή γη κατελάμβανε ένας θερμικός σταθμός που θα έκαιγε λιγνίτη και θα έβγαζε σύννεφα μαύρου καπνού;
Στην επιχειρηματολογία υπέρ ή κατά των εγκαταστάσεων αιολικών πάρκων στις βουνοκορφές της χώρας μας, ένα είναι το βέβαιο: Είναι τελείως διαφορετικά τα υποκειμενικά κριτήρια - για παράδειγμα το αίσθημα της οπτικής ρύπανσης - από τα αντικειμενικά επί των οποίων βασίζονται διεθνείς μελέτες από ανεξάρτητους οργανισμούς με ακλόνητα στοιχεία. Και το ότι συχνά υπάρχει σύγχυση, όπου τα υποκειμενικά παρουσιάζονται ως αντικειμενικά στο πλατύ κοινό, τούτο ξεκάθαρα προέρχεται είτε από ελλειπή πληροφόρηση, είτε από σκόπιμη παραπληροφόρηση. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, σε μερικές περιστάσεις, η παρουσία ανεμογεννητριών σε εκτάσεις πάνω σε διάραχα ή κορυφογραμμές προσέβαλε το κοινό αίσθημα καλαισθησίας των κατοίκων, οι οποίοι το θεώρησαν υφαρπαγή της γης τους. Τούτο όμως έχει να κάνει με το ότι υπήρξαν ειλημμένες αποφάσεις από εταιρείες, ομίλους εταιρειών και εξωκοινοτικούς παράγοντες χωρίς να ληφθεί η άποψη των τοπικών κοινοτήτων. Και δεν έχει να κάνει με αυτή καθαυτή την ανεμογεννήτρια, η οποία οπτικά επιφέρει τη μικρότερη δυνατή παρεμβολή αφού παρουσιάζει εξαιρετικά μικρή αδιαφάνεια ως προς τον ορίζοντα ενώ οικονομικά, με κόστος 75 ευρώ ανά MWh παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, έπεται των μικρών υδροηλεκτρικών στα 20 ευρώ, του λιγνίτη στα 38 ευρώ, συναγωνίζεται τους αεριοστρόβιλους συνδυασμένου κύκλου στα 85 ευρώ και προηγείται των φωτοβολταϊκών στα 120 ευρώ καθώς και της βιομάζας στα 180 ευρώ. Και όχι, ένα σύγχρονο αιολικό πάρκο τοποθετημένο με ορθολογικό τρόπο σε έκταση ικανού αιολικού δυναμικού δεν επιβαρύνει το περιβάλλον ούτε οπτικά, ούτε ηχητικά, ούτε με αέριους ρύπους. Ασφαλώς και είναι μια πράσινη μονάδα παραγωγής ενέργειας.
Και ούτε κανείς κομίζει γλαύκας εις Αθήνας όταν λέει ότι το από ανεμογεννήτριες παραγόμενο ρεύμα που «διοχετεύεται στο δίκτυο είναι μεταβλητό, οπότε χρειάζεται να σταθεροποιηθεί». Όμως, το συμπέρασμα ότι «όσο περισσότερο ρεύμα παράγεται από τις ανεμογεννήτριες, τόσο πιο πολλοί συμβατικοί σταθμοί λιγνίτη χρειάζονται για να σταθεροποιηθεί και να περάσει ομαλά στο δίκτυο» είναι επικίνδυνα εσφαλμένο. Για την σταθεροποίηση της ηλεκτρικής ισχύος μπορεί κάλλιστα να χρησιμοποιηθεί η υδραυλική ενέργεια, για παράδειγμα στη Δανία όπου το πλεόνασμα της παραγωγής ρεύματος από τις αιολικές της μονάδες περνάει στην Νορβηγία σε δυναμική ενέργεια μέσω άντλησης υδάτων, για να καλύψει έπειτα τη ζήτηση της Δανίας σε ρεύμα όταν δεν φυσάει άνεμος.
Επιπλέον αποτελεί πλάγιο τρόπο η κινητοποίηση του θυμικού ευαισθητοποιημένων ομάδων για το περιβάλλον, στις οποίες συχνά προσκομίζουν ψευδείς στατιστικές που παρουσιάζονται ως αντικειμενικές. Παράδειγμα: Είναι μύθος ότι ο αριθμός των αποδημητικών πτηνών που σκοτώνουν οι ανεμογεννήτριες είναι ανησυχητικός. Εκατόν δεκαέξι μελέτες σε Η.Π.Α. και Καναδά αποδεικνύουν ότι τα πτηνά που ετησίως πέφτουν θύματα από πρόσκρουση σε ραδιοφωνικούς πύργους και κεραίες κινητής τηλεφωνίας είναι πενταπλάσια σε πλήθος, τα δε πτηνά που οι γάτες σκοτώνουν το έτος είναι πέντε χιλιάδες φορές περισσότερα.
Δεδομένης της ενεργειακής ετήσιας αύξησης στη ζήτηση για φθηνή καθαρή ενέργεια και των αμετάκλητων κλιματολογικών συνεπειών που ήδη είναι ορατές από τη βαριά εξάρτησή μας με την καύση ορυκτών καυσίμων, το ότι πρέπει να αποκλειστεί η εγκατάσταση νέων αιολικών πάρκων λόγω του ότι οπτικά ρυπαίνουν τα «μεταλλικά αυτά θηρία» (Νασίμ Αλατράς, σκηνοθέτης και σεναριογράφος του ντοκιμαντέρ «Ο Ασκός του Αιόλου» στον Τάσο Σαραντή της Εφημερίδας των Συντακτών, 28.03.2016) τις περήφανες βουνοκορφές μας και τα οποία συντελούν στην υφαρπαγή «των φυσικών πόρων και της ισόβιας δραματικής αλλοίωσης» (Τάσος Σαραντής στο άρθρο «Ανεμογεννήτριες: η παραπληροφόρηση και... το φαγοπότι», Εφημερίδα των Συντακτών, 28.03.2016) είναι τόσο κενό περιεχομένου όσο και το να έλεγε κανείς ότι η Νομπελίστα παγκόσμιας ειρήνης, χαρισματική Μητέρα Τερέζα έπρεπε να αποκλειστεί από τη μοναδική της διάκριση για το καταξιωμένο έργο της επειδή? δεν ντυνόταν καλαίσθητα! Τα πλεονεκτήματα της ηλεκτροπαραγωγής από αιολική ενέργεια είναι τόσα πολλά και σημαντικά και τα μειονεκτήματα τόσα λίγα και ασήμαντα, που είναι αυτονόητο ότι δικαιολογημένα οι ανεμογεννήτριες βρίσκονται σε άνοδο για το καλό της κοινωνίας καθ' όλη τη διάρκεια του 21ου αιώνα.
*Ο Νίκος Γυπαράκης είναι αεροναυπηγός μηχανικός με εμπειρία στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και το κείμενο δημοσιεύτηκε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων