Αντιπυρική προστασία δασών: Μία πρόταση από το μακρινό 1997 που παραμένει επίκαιρη και -δυστυχώς- ανεφάρμοστη

Σημείωμα Θεοχάρη Δ. Ζάγκα*: Οι απόψεις μου που ακολουθούν διατυπώθηκαν δημόσια για πρώτη φορά σε συνέδριο το οποίο αφορούσε τη Διαχείριση Προστατευόμενων Περιοχών, στην Κεφαλλονιά, τις παραμονές της καταστροφικής πυρκαγιάς του Σέιχ Σου, τον Ιούλιο του 1997. Αποτελούν μια περιληπτική περιγραφή του πετυχημένου μοντέλου της Κύπρου, αλλά και άλλων μεσογειακών χωρών.

Επαναλήφθηκαν το 2007, μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές της Πελοποννήσου στην κεντρική ομιλία του Πανελληνίου Δασολογικού Συνεδρίου, η οποία είχε τίτλο Αξιοποίηση Ορεινών Περιοχών.

Διαχρονικά τέθηκαν υπ' όψη όλων των αρμόδιων υπουργών, των εκάστοτε κυβερνήσεων και δυστυχώς δεν εφαρμόστηκαν έστω και πιλοτικά σε κάποια περιοχή, π.χ. στην πολύπαθη Αττική που φιλοξενεί τον μισό πληθυσμό της χώρας μας.

Παρά το πέρασμα των ετών παραμένουν επίκαιρες. Είμαι στη διάθεση κάθε αρμοδίου για την πιλοτική τους εφαρμογή.

του Θεοχάρη Δ. Ζάγκα

Τα δάση αποτελούν πολύτιμα οικοσυστήματα τα οποία υποστηρίζουν τη ζωή στον πλανήτη. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να προστατευθούν κατά τον καλύτερο τρόπο, από κάθε μορφής κίνδυνο και ιδιαίτερα τις δασικές πυρκαγιές. Γίνεται ιδιαίτερη μνεία σ'αυτό γιατί κατά τα τελευταία χρόνια με αποκορύφωμα το περασμένο καλοκαίρι (2007) είδαμε να καταστρέφονται πολύτιμα δάση της χώρας μας.

Όλα αυτά συμβαίνουν για τον λόγο ότι στη χώρα μας δεν υπάρχει η παραμικρή οργάνωση στο θέμα της πρόληψης των δασικών πυρκαγιών.

Είναι παγκοσμίως γνωστό ότι οι δασικές πυρκαγιές θα πρέπει να προλαβαίνονται και να αντιμετωπίζονται στη γένεσή τους με κρίσιμο χρόνο επέμβασης τα 10 έως 15 λεπτά της ώρας. Από τη στιγμή που μια πυρκαγιά αποκτήσει μεγάλες διαστάσεις μόνο έμμεσα αντιμετωπίζεται με τη δημιουργία «ψιλών» αντιπυρικών ζωνών ή με «αντιπύρ».

Τα εναέρια μέσα βοηθούν στην κατάσβεση των δασικών πυρκαγιών αλλά αφενός δεν είναι σε θέση να την ολοκληρώσουν από μόνα τους και αφετέρου η δράση τους υπόκειται σε πολλούς περιορισμούς (καιρικές συνθήκες, αδυναμία δράσης τους κατά τη νύχτα).

Επιβάλλεται λοιπόν η οργάνωση ενός συστήματος δασοπυρόσβεσης με ιδιαίτερη βαρύτητα στην πρόληψη. Αυτό θα βασίζεται:

  • Στη διαρκή επιτήρηση του χώρου από δίκτυο παρατηρητηρίων (πυροφυλακίων) σε 24ωρη βάση, κατά την επικίνδυνη ξηρόθερμη περίοδο η οποία για τις περιοχές της χώρας μας ξεκινά το Μάιο και τελειώνει τον Οκτώβριο μετά την πτώση των φθινοπωρινών βροχών. Η επιτήρηση αυτή μπορεί να υποστηρίζεται και από μέσα σύγχρονης τεχνολογίας, σε καμία περίπτωση όμως αυτά δεν θα υποκαταστήσουν την ανθρώπινη παρουσία. Είμαστε υποχρεωμένοι στο μεγάλο αυτό ζήτημα να διατηρούμε διπλές και τριπλές «κλείδες» ασφαλείας.
  • Στην ανάπτυξη ενός εξελιγμένου και αξιόπιστου συστήματος επικοινωνιών, έτσι ώστε να υπάρχει άμεση αναγγελία και εντοπισμός κάθε εκδηλούμενης πυρκαγιάς. Και στο ζήτημα αυτό θα πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον δύο ή και περισσότερα εναλλακτικά συστήματα για λόγους ασφαλείας. Για παράδειγμα μπορούν να λειτουργούν ταυτόχρονα, σύστημα ασύρματης επικοινωνίας, σύστημα ενσύρματης τηλεφωνίας και σύστημα κινητής τηλεφωνίας, έτσι ώστε ο χρόνος αναγγελίας της πυρκαγιάς να είναι κατά το δυνατόν μικρότερος.
  • Στην άμεση επέμβαση ειδικά για το σκοπό αυτό εκπαιδευμένης ομάδας δασοπυροσβεστών.

Μετά τον εντοπισμό και αναγγελία της πυρκαγιάς θα καταφθάνει στον χώρο της ειδικά εκπαιδευμένη για τον σκοπό αυτό, ομάδα με ειδικό ευέλικτο όχημα το οποίο θα φέρει βυτίο νερού 500 – 1000 λίτρων και τον απαραίτητο εξοπλισμό. Η ομάδα αυτή θα επιχειρεί την κατάσβεση και παράλληλα θα εκτιμά εάν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει την πυρκαγιά. Σε αντίθετη περίπτωση καλεί ενισχύσεις και ταυτόχρονα συνεχίζει το έργο της κατάσβεσης.

Πλην των παραπάνω η διαμορφωθείσα πρόσφατα κατάσταση επιβάλλει τη λήψη αυξημένων μέτρων σε όλα τα επίπεδα:

-          Σε επίπεδο κρατικών υπηρεσιών.

-          Σε επίπεδο Νομαρχιακής αυτοδιοίκησης.

-          Σε επίπεδο Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

-          Σε επίπεδο Οικισμών και

-          Σε ατομικό επίπεδο.

Αποφασιστικό ρόλο στην έναρξη και διάδοση των πυρκαγιών διαδραματίζουν:

-          Η καύσιμη ύλη.

-          Οι μετεωρολογικές συνθήκες.

-          Η τοπογραφία της περιοχής.

Από τους τρεις αυτούς παράγοντες ο μόνος που επιδέχεται τροποποίηση είναι αυτός της καύσιμης ύλης. Για το λόγο αυτό τα δάση θα πρέπει να υφίστανται τους κατάλληλους χειρισμούς για τη μείωση του κινδύνου των πυρκαγιών.

Με διάφορους δασοκομικούς χειρισμούς υπάρχει η δυνατότητα:

-          Της μερικής ή ολικής απομάκρυνσης της καύσιμης ύλης.

-          Της τροποποίησης της καύσιμης ύλης (θρυμματισμός) και

-          Της απομόνωσης της καύσιμης ύλης.

Σε επίπεδο καταστολής κρίνεται απαραίτητη η οργάνωση του ανθρώπινου δυναμικού και η πρόβλεψη των απαραίτητων υποδομών και μέσων. Τέτοια είναι:

-          Επαρκής αριθμός καλά εκπαιδευμένου υλωρικού προσωπικού.

-          Επάρκεια εξοπλισμού και μέσων από τα πιο μικρά έως τα πιο μεγάλα (εναέρια).

-          Σχεδιασμός και οργάνωση ενός εξελιγμένου συστήματος επικοινωνιών.

-          Σχεδιασμός και οργάνωση του συστήματος υδροληψίας των πυροσβεστικών οχημάτων και των εναέριων μέσων.

Με βάση τα όσα αναφέρθηκαν για κάθε δάσος θα πρέπει να εκπονείται σχέδιο αντιπυρικής προστασίας το οποίο θα δοκιμάζεται και επικαιροποιείται σε ετήσια βάση. Αυτό θα βασίζεται κυρίως στην πρόληψη με τα εξής μέσα:

-          Ενημέρωση.

-          Διαρκή επαγρύπνηση.

-          Δίκτυο υδατοδεξαμενών και πυροσβεστικών κρουνών.

-          Χειρισμό βλάστησης και ξηρού υλικού.

-          Ζώνες αντιπυρικής προστασίας κατάλληλα σχεδιασμένες.

-          Συντήρηση οδικού δικτύου.

-          Οργάνωση των διαθέσιμων μέσων.

Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να πολεμήσουμε τη μάστιγα των δασικών πυρκαγιών και θα προστατέψουμε τα δάση της χώρας μας και το φυσικό περιβάλλον γενικότερα.

*Ο Θεοχάρης Δ. Ζάγκας είναι Καθηγητής, Πρόεδρος του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ και αντιπρόεδρος της Ελληνικής Δασολογικής Εταιρείας

Φωτογραφία: Δάσος Δαδιάς, e-evros.gr

Αν σας άρεσε το άρθρο, Μοιραστείτε το!

Αφήστε μια απάντηση