Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος: Απειλείται η επιβίωση χιλιάδων ειδών ζώων και οικοτόπων

Η μη βιώσιμη γεωργία και δασοκομία, η αστική εξάπλωση και η ρύπανση αποτελούν τους σημαντικότερους παράγοντες πίεσης που ευθύνονται για τη δραστική μείωση της βιοποικιλότητας στην Ευρώπη, καθώς απειλούν την επιβίωση χιλιάδων ειδών ζώων και οικοτόπων. Επιπλέον, οι οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη φύση και η νομοθεσία για την προστασία του περιβάλλοντος εξακολουθούν να μην εφαρμόζονται πλήρως από τα κράτη μέλη.

Σύμφωνα με την έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) με τίτλο «State of nature in the EU» (Η κατάσταση της φύσης στην ΕΕ) που δημοσιεύθηκε την προηγούμενη εβδομάδα, η κατάσταση διατήρησης των περισσότερων προστατευόμενων ενδιαιτημάτων και ειδών δεν είναι καλή και πρέπει να γίνουν πολύ περισσότερα για την αντιστροφή της κατάστασης.

Σύμφωνα με την έκθεση του ΕΟΠ με τίτλο “State of nature in the EU — Results from reporting under the nature directives 2013-2018 ”, τα περισσότερα προστατευόμενα είδη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, π.χ. το στεπογέρακο και ο σολομός του Δούναβη, καθώς και οι οικότοποι από τους λειμώνες έως τις θίνες σε ολόκληρη την Ευρώπη, αντιμετωπίζουν ένα επισφαλές μέλλον, εκτός εάν ληφθούν επείγοντα μέτρα για την αντιστροφή της κατάστασης.

Η έκθεση του ΕΟΠ δημοσιεύεται ταυτόχρονα με την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την κατάσταση της φύσης, ενημερώνοντας σχετικά με την πρόοδο που έχει σημειωθεί για την επίτευξη των στόχων της νομοθεσίας της ΕΕ για τη φύση.

Η έκθεση του ΕΟΠ παρουσιάζει ορισμένες θετικές εξελίξεις σε ότι αφορά στις προσπάθειες διατήρησης. Τόσο ο αριθμός όσο και η έκταση των τόπων που προστατεύονται στο πλαίσιο του δικτύου Natura 2000 έχουν αυξηθεί την τελευταία εξαετία και η ΕΕ πέτυχε τους παγκόσμιους στόχους με το 18 % του εδάφους της και το 10 % της θαλάσσιας περιοχής της να τελούν υπό καθεστώς προστασίας.

Ωστόσο, η συνολική πρόοδος που διαπιστώνεται δεν είναι αρκετή για την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα έως το 2020.

Σύμφωνα με την αξιολόγηση του ΕΟΠ, η κατάσταση διατήρησης των περισσότερων προστατευόμενων οικοτόπων και ειδών είναι ανεπαρκής ή κακή και πολλά από αυτά εξακολουθούν να παρουσιάζουν επιδείνωση. Από τις τρεις κύριες ομάδες που μελετήθηκαν η κατάσταση των οικοτόπων και των πτηνών πόρρω απέχει από τους αντίστοιχους στόχους, ενώ η κατάσταση των ειδών εκτός των πτηνών προσέγγισε σχεδόν τον στόχο της.

Οι σημαντικότερες απειλές για τη φύση

Σύμφωνα με την έκθεση του ΕΟΠ, η εντατική γεωργία, η αστική εξάπλωση και οι δραστηριότητες μη βιώσιμης δασοκομίας αποτελούν τους σημαντικότερους αναφερόμενους παράγοντες πίεσης για τους οικοτόπους και τα είδη. Η ρύπανση της ατμόσφαιρας, των υδάτων και του εδάφους έχει επίσης αντίκτυπο στους οικοτόπους, όπως άλλωστε και η συνεχιζόμενη υπερεκμετάλλευση των ζώων μέσω της παράνομης εκμετάλλευσης, της μη βιώσιμης θήρας και της υπεραλίευσης.

Οι απειλές αυτές επιδεινώνονται από αλλαγές σε ποτάμια και λίμνες, όπως φράγματα και άντληση υδάτων, τα χωροκατακτητικά ξένα είδη και την κλιματική αλλαγή. Η εγκατάλειψη της γεωργικής γης συμβάλλει στη συνεχιζόμενη υποβάθμιση των ημιφυσικών οικοτόπων, όπως είναι οι λειμώνες, καθώς και των ειδών που ζουν σε αυτούς, όπως είναι οι πεταλούδες και τα πτηνά των γεωργικών γαιών.

Προοπτικές

Η έκθεση καταδεικνύει ορισμένες θετικές εξελίξεις, κυρίως σε εθνική ή σε περιφερειακή κλίμακα. Αρκετά είδη και οικότοποι παρουσιάζουν βελτιωμένη εικόνα, π.χ. ο σβελτοβάτραχος στη Σουηδία, οι παράκτιες λιμνοθάλασσες στη Γαλλία και ο γυπαετός σε επίπεδο ΕΕ. Το δίκτυο Natura 2000 έχει θετική επίδραση σε πολλά είδη και ενδιαιτήματα. Για παράδειγμα, οι παράκτιοι οικότοποι και οι θίνες, τα οποία έχουν καλύτερη κάλυψη από το δίκτυο Natura 2000, παρουσιάζουν καλύτερη κατάσταση διατήρησης από ενδιαιτήματα με χαμηλότερη ή με οριακή κάλυψη.

Από πολιτική άποψη, το μέλλον δείχνει πιο ευοίωνο λόγω της νέας Στρατηγικής της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030 και της στρατηγικής «Από το αγρόκτημα στο πιάτο», οι οποίες αποτελούν βασικά στοιχεία της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Η στρατηγική για τη βιοποικιλότητα αποσκοπεί στην ενίσχυση και διεύρυνση του δικτύου των προστατευόμενων περιοχών, στην κατάρτιση ενός σχεδίου αποκατάστασης και στη διασφάλιση ότι τα οικοσυστήματα παραμένουν υγιή, ανθεκτικά στην κλιματική αλλαγή, πλούσια σε βιοποικιλότητα και ικανά να παρέχουν ένα ευρύ φάσμα υπηρεσιών που κρίνονται ουσιώδεις για την ευημερία και την ευεξία των πολιτών.

Εκτός από τις νέες αυτές πολιτικές, πρέπει να καταβληθούν επιπλέον προσπάθειες για τη βελτίωση των ικανοτήτων παρακολούθησης στα κράτη μέλη για την υποστήριξη των στόχων. Επί του παρόντος, εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές ελλείψεις δεδομένων, ιδίως για τα θαλάσσια είδη και ενδιαιτήματα. Χρειάζονται επίσης περισσότερα δεδομένα για να αξιολογηθεί πλήρως ο ρόλος του δικτύου Natura 2000. Τέλος, η εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ χρήζει σημαντικής βελτίωσης.

Κατάσταση και τάσεις

-Σχεδόν τα μισά (47 %) από τα 463 είδη πτηνών στην ΕΕ βρίσκονται σε καλή κατάσταση διατήρησης, ενώ το ποσοστό αυτό υπολείπεται κατά 5 % από αυτό της τελευταίας περιόδου αναφοράς (2008-2012). Το ποσοστό των πτηνών με ανεπαρκή ή κακή κατάσταση διατήρησης αυξήθηκε κατά 7 % κατά την τελευταία εξαετία και ανήλθε συνολικά στο 39 %.

-Σε εθνικό επίπεδο, σχεδόν το 50 % των τάσεων βελτίωσης του πληθυσμού αφορούν ως επί το πλείστον τα υγροτοπικά και τα θαλάσσια πτηνά για την προστασία των οποίων έχουν οριστεί τόποι Natura 2000, όπως είναι η καστανόπαπια ή ο μαυρόκεπφος. Τα αναπαραγόμενα πτηνά, όπως είναι ο γερανός και ο ψαλιδιάρης, έχουν τις περισσότερες αναφορές που δείχνουν τάσεις βελτίωσης του πληθυσμού. Αυτό οφείλεται στην εφαρμογή μέτρων προστασίας ή αποκατάστασης των ενδιαιτημάτων, καθώς και στη βελτίωση των γνώσεων, στην καλύτερη παρακολούθηση και την ευαισθητοποίηση.

-Μόλις το 15 % των αξιολογήσεων των οικοτόπων παρουσιάζει καλή κατάσταση διατήρησης, ενώ το 81 % παρουσιάζει ανεπαρκή ή κακή κατάσταση διατήρησης σε επίπεδο ΕΕ. Οι λειμώνες, οι θίνες, και τα έλη, τυρφώνες και τέλματα παρουσιάζουν τάσεις έντονης επιδείνωσης ενώ τις περισσότερες τάσεις βελτίωσης παρουσιάζουν τα δάση. Σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο αναφοράς, το ποσοστό των οικοτόπων με κακή κατάσταση διατήρησης έχει αυξηθεί κατά 6 %.

-Πολλές αξιολογήσεις με άγνωστη κατάσταση διατήρησης αφορούν θαλάσσιες περιοχές, γεγονός που αντικατοπτρίζει τη γενική έλλειψη δεδομένων για τα είδη.

-Σχεδόν το ένα τέταρτο των ειδών έχει καλή κατάσταση διατήρησης σε επίπεδο ΕΕ, ποσοστό αυξημένο κατά 4 % σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο αναφοράς. Το υψηλότερο ποσοστό καλής κατάστασης διατήρησης (35 %) παρουσιάζουν τα ερπετά και τα τραχειόφυτα, όπως είναι η ιταλική σαύρα τοίχων, τοφίδι των αλογοπετάλων, το τριχωτό αγριμόνιο ή η κίτρινη γεντιανή.

Πηγή: Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (European Environment Agency)

Αν σας άρεσε το άρθρο, Μοιραστείτε το!

Αφήστε μια απάντηση