Η βιοποικιλότητα των νησιών κλειδί για την εξέλιξη των ειδών

του Θοδωρή Καραουλάνη

Στο τελευταίο τεύχος της κορυφαίας επιστημονικής επιθεώρησης «Science» δημοσιεύτηκε μια σημαντική επιστημονική εργασία για τον τρόπο που μελετούν οι επιστήμονες τη βιοποικιλότητα στο νησιωτικό χώρο. Η μελέτη της βιοποικιλότητας στα νησιά είναι τόσο παλαιά όσο και η θεωρία της εξέλιξης των ειδών, καθώς ο Δαρβίνος μελέτησε είδη που εξελίσσονται στα νησιά. Μάλιστα υπάρχει συγκεκριμένος επιστημονικός κλάδος που ασχολείται με το αντικείμενο, η Βιογεωγραφία, ο οποίος δεν είναι γνωστός στο ευρύτερο κοινό και στον οποίο διαπρέπουν έλληνες επιστήμονες.

Από την εποχή του Κάρολου Δαρβίνου και του Άλφρεντ Γουάλας, θεμελιωτών της θεωρίας της εξέλιξης και του επιστημονικού κλάδου της Βιογεωγραφίας, τα νησιά θεωρούνται ως εργαστήρια της Φύσης. Με βάση τα νησιωτικά συστήματα, διατυπώνονται και ελέγχονται επιστημονικές θεωρίες που αφορούν τη βιοποικιλότητα στον πλανήτη και τους μηχανισμούς που τη διαμορφώνουν. Αν και τα νησιά αντιπροσωπεύουν μόλις το 3,5% της χερσαίας έκτασης της Γης, φιλοξενούν το 15 με 20% των χερσαίων ζώων και φυτών και το 27% των ανθρώπινων γλωσσών. Παράλληλα, το 60% των ειδών που έχουν εξαφανιστεί από το 1500 και μετά, είναι είδη ενδημικά νησιωτικών συστημάτων.

Η εργασία έχει τίτλο «Island Biogeography: taking the long view of nature’s laboratories», και έχει συγγραφεί από τους Whittaker, R.J., Fernández-Palacios, J.M., Matthews, T.J., Borregaard, M.K., & Triantis, K.A., δηλαδή με τη σημαντική ελληνική συμμετοχή του Επικ. Καθηγητή του Τμήματος Βιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Κώστα Τριάντη.

Δείτε εδώ την ανακοίνωση, ενώ μπορείτε να διαβάσετε το άρθρο όπως δημοσιεύτηκε στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό εδώ.

Η βασική ιδέα πίσω από τη δημοσίευση είναι ότι τα νησιά δεν είναι στατικά πετρώματα ή απλοί βράχοι σε μια θάλασσα ή σε έναν ωκεανό. Τα νησιά είναι εξαιρετικά δυναμικά από γεωλογικής άποψης, και η γεωλογική αλλαγή επηρεάζει τον κύκλο ζωής τους (που μπορεί να αφορά εκατομμύρια χρόνια), όμως παράλληλα αυτή η αλλαγή αλλάζει και τη χλωρίδα και την πανίδα των νησιών. Στην εργασία παρουσιάζεται με επιστημονικό τρόπο πώς αυτή η γεωλογική ζωή των νησιών διαμορφώνει την οικολογία και την εξέλιξη της άκρως διαφορετικής φυτικής και ζωικής ζωής που τα κατοικεί. Μελετώντας την εξέλιξη των εξελισσόμενων διεργασιών μετανάστευσης, συσχετισμού και εξαφάνισης των ειδών κατά τη διάρκεια της ζωής ενός νησιού, οι επιστήμονες μπορούν να κάνουν σημαντικές νέες ανακαλύψεις σχετικά με τη ζωή ενός συγκεκριμένου νησιού αλλά ακόμη και για τη ζωή στη Γη γενικότερα. Όπως είπε με απλά λόγια ο επικεφαλής καθηγητής Whittaker «η ιδέα μας ήταν να βάλουμε τη γεωλογική ιστορία μαζί με τη βιολογική ιστορία».

Η έρευνα έχει μεγάλη σημασία και για τη χώρα μας και αφορά τα ελληνικά νησιά. Όπως δήλωσε στην Greenagenda ο Επίκουρος Καθηγητής του Τμήματος Βιολογίας του ΕΚΠΑ Κώστας Τριάντης «τα περισσότερα από 8000 νησιά και νησίδες του Αιγαίου Πελάγους είναι μοναδικά παγκοσμίως ως προς το ότι η χλωρίδα και η πανίδα τους προέρχονται από τρεις διαφορετικές ηπείρους, την Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική. Παράλληλα, το Αιγαίο είναι μοναδικό σε σχέση και με την παρουσία του σύγχρονου ανθρώπου, η οποία ξεπερνά τα 10.000 χρόνια. Η μελέτη της βιοποικιλότητας των ελληνικών νησιών, με τη σημαντική συμβολή μελών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου, προσφέρεται για τον εμπλουτισμό της νησιωτικής βιογεωγραφίας με θεωρίες και πρότυπα που αφορούν την πλειονότητα των νησιών παγκοσμίως, σε όλες τις κλίμακες του χώρου και του χρόνου».

aa

Οι συγγραφείς παρουσιάζουν συνθετικά τα μεγάλα επιτεύγματα της Νησιωτικής Βιογεωγραφίας, του επιστημονικού κλάδου που μελετά την κατανομή και τη δυναμική των διαφόρων ειδών στα νησιωτικά περιβάλλοντα, τα τελευταία 50 χρόνια. Την περίοδο δηλαδή από τη δημοσίευση της θεμελιώδους σημασίας για την Οικολογία, τη Βιογεωγραφία και τη Βιολογία της Διατήρησης, θεωρίας της Δυναμικής Ισορροπίας της Νησιωτικής Βιογεωγραφίας από τους MacArthur και Wilson, το 1967. Σε συνδυασμό με την αποδοχή της θεωρίας της μετακίνησης των τεκτονικών πλακών, την ανακάλυψη της διπλής έλικας του DNA και την αναγνώριση της διαρκούς μεταβολής των αβιοτικών χαρακτηριστικών των νησιών, μας έχει οδηγήσει σε ουσιαστικότερη κατανόηση των προτύπων της βιοποικιλότητας, της ειδογένεσης, της εξελικτικής διαφοροποίησης των χαρακτηριστικών των οργανισμών και της εξαφάνισης των ειδών.

Όπως εξηγεί ο Whitaker τα μοντέλα τους αφενός υποθέτουν ότι η εξαφάνιση είναι μια φυσική διαδικασία που συμβαίνει στα νησιά, προβλέψιμα, με την πάροδο του χρόνου. Αφετέρου όμως τα ίδια αυτά μοντέλα υπογραμμίζουν επίσης τον ανθρώπινο αντίκτυπο στη βιοποικιλότητα: «Δεν έχουμε ακριβείς ημερομηνίες για εξαφάνιση όλων των ειδών σε νησιά που προκαλούνται από ανθρώπους», τονίζει σε σχετική δημοσίευση στην ιστοσελίδα του Τμήματος του στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. «Αλλά για τα πτηνά, τα ασπόνδυλα, τα θηλαστικά και τα φυτά για τα οποία μπορούμε εύλογα να υπολογίσουμε το χρόνο εξαφάνισης ειδών, μπορούμε να δούμε ότι οι απώλειες έχουν δείξει ένα μοτίβο αύξησης με την πάροδο του χρόνου.». «Αυτό αντανακλά τις αυξημένες πιέσεις που ασκεί η ανθρώπινη δραστηριότητα σε πολλά νησιωτικά οικοσυστήματα σε όλο τον κόσμο».

Αν σας άρεσε το άρθρο, Μοιραστείτε το!

Αφήστε μια απάντηση