Σε δυσθεώρητα ποσοστά φτάνει η υπεραλίευση στις ελληνικές θάλασσες, με αποτέλεσμα η βιοποικιλότητα, που παίζει «πρωταγωνιστικό» ρόλο στην εύρυθμη λειτουργία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων, να απειλείται.
Αν διαταραχτεί η βιολογική ισορροπία, εύκολα το οικοσύστημα θα καταρρεύσει.
Η υπεραλίευση, μέσω της χρήσης καταστροφικών, μη επιλεκτικών, μεθόδων, αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες απειλές για τη βιοποικιλότητα των θαλάσσιων οικοσυστημάτων.
Η χρήση μη επιλεκτικών μεθόδων αλιείας έχει σαν αποτέλεσμα να καταλήγουν στα δίχτυα μεγάλες ποσότητες μη εμπορεύσιμων ειδών που ξαναρίχνονται νεκρά στη θάλασσα.
Κάθε χρόνο, υπολογίζεται ότι πετιούνται νεκρά στις θάλασσες και τους ωκεανούς περισσότεροι από 15.000 τόνοι ψαριών.
Στοιχεία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος καταδεικνύουν ότι στη Μεσόγειο το 65% των ιχθυαποθεμάτων βρίσκονται εκτός των ασφαλών βιολογικών ορίων. Με άλλα λόγια, σε λίγα χρόνια, ορισμένα είδη μπορεί να έχουν εξαφανιστεί.
Tο 96% ή και παραπάνω των βυθόβιων ψαριών της Μεσογείου υπεραλιεύεται, ενώ για τα πελαγικά αποθέματα, όπως τα αποθέματα της σαρδέλας και του γαύρου, το ποσοστό αυτό είναι 71% ή περισσότερο.
Στη Μεσόγειο και στις ελληνικές θάλασσες, η υπεραλίευση αγγίζει το 82%, ενώ στον Ατλαντικό ωκεανό υπεραλιεύεται το 63% των ψαριών.
Η Διεθνής Ενωση για τη Διατήρηση της Φύσης, η οποία εκδίδει τον Κόκκινο Κατάλογο των Ειδών, στον οποίο περιλαμβάνονται τα είδη που απειλούνται με εξαφάνιση, έχει προειδοποιήσει πως η υπεραλίευση μαζί με άλλους παράγοντες απειλούν με εξαφάνιση 43 είδη θαλάσσιας ζωής της Μεσογείου μέσα στα επόμενα 40 χρόνια.
Μεταξύ των 15 ειδών που διατρέχουν άμεσο κίνδυνο εξαφάνισης είναι τα σαλάχια και οι καρχαρίες. Οι χελώνες, τα δελφίνια, τα λαβράκια, οι ροφοί, η μουρούνα και ο κιτρινόπτερος τόνος θεωρούνται απειλούμενα ή εύτρωτα.
Η δυνατότητα ανάκαμψης των ιχθυοαποθεμάτων είναι εντυπωσιακή, εάν υπάρχει βέβαια σωστή διαχείριση κατάλληλων θαλάσσιων καταφυγίων.