Τεράστιες αρνητικές επιπτώσεις θα προκύψουν για την Ελλάδα εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής με αποτέλεσμα περισσότερους θανάτους και δραματικές μεταβολές στη γεωργία και στην αγροτική παραγωγή.
Αυτό είναι το πόρισμα έρευνας, που υλοποίησε ομάδα ερευνητών με επικεφαλής τον Δρ. Μάρκο Σπρίνγκμαν του «Προγράμματος Μάρτιν για το Μέλλον των Τροφίμων» του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Στη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό "The Lancet", εκτιμούν ότι η Ελλάδα είναι ανάμεσα στις χώρες που θα υποστούν κατ' εξοχήν τις θανατηφόρες επιπτώσεις. Μάλιστα, η χώρα μας εμφανίζεται τρίτη στη σειρά διεθνώς, μετά την Κίνα και το Βιετνάμ, όσον αφορά στις εκτιμήσεις για τον αριθμό των έξτρα θανάτων κάθε χρόνο λόγω της κλιματικής αλλαγής (124 θάνατοι ανά εκατομμύριο κατοίκους). Στην πρώτη δεκάδα περιλαμβάνονται επίσης η Ιταλία (7η) και η Αλβανία (9η). Με βάση τον ελληνικό πληθυσμό, τεκμαίρεται ότι περίπου 1.400 έξτρα θάνατοι θα μπορούσαν να συμβαίνουν ετησίως, επειδή η κλιματική αλλαγή θα έχει αρνητική επίπτωση στην αγροτική παραγωγή και στη διατροφή. Η μελέτη, η οποία είναι η πρώτη που αξιολογεί σε παγκόσμιο επίπεδο τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής για τη διατροφή και την υγεία, καταγράφει πως θα επηρεαστεί η γεωργία και η παραγωγή τροφίμων, ιδίως φρούτων και λαχανικών και θα έχουμε αναγκαστικές αλλαγές στη διατροφή.
Η έρευνα εκτιμά ότι έως τα μέσα του αιώνα μας η κλιματική αλλαγή μπορεί να σκοτώνει σε 155 χώρες συνολικά κάθε χρόνο πάνω από μισό εκατομμύριο ανθρώπους λόγω των αλλαγών που θα επιφέρει στη διατροφή και στο σωματικό βάρος, εξαιτίας της μείωσης της αγροτικής παραγωγής.
Εάν δεν επιβραδυνθεί η εκπομπή των «αερίων του θερμοκηπίου», η κλιματική αλλαγή θα οδηγήσει σε μια μέση ανά κεφαλή μείωση των διαθέσιμων τροφίμων κατά 3,2% έως το 2050 (ή περίπου 100 θερμίδες τη μέρα). Ειδικότερα στα φρούτα και λαχανικά η μείωση αναμένεται να είναι 4% και στο κόκκινο κρέας 0,7%.
Οι μειώσεις αυτές εκτιμάται ότι θα ευθύνονται για περίπου 529.000 πρόσθετους θανάτους το 2050. Τα τρία τέταρτα αυτών των θανάτων θα συμβούν στις δύο πιο πολυπληθείς χώρες, στην Κίνα (248.000) και στην Ινδία (136.000).
«Η έρευνα μας δείχνει ότι ακόμη και μέτριες μειώσεις στη διαθεσιμότητα των τροφίμων ανά κεφαλή μπορεί να οδηγήσουν σε αλλαγές στο ενεργειακό περιεχόμενο και στη σύνθεση της διατροφής πολλών ανθρώπων, και αυτές οι αλλαγές θα έχουν σημαντικές συνέπειες για την υγεία», δήλωσε ο Δρ. Σπρίνγκμαν.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι η κλιματική αλλαγή θα έχει και θετικές συνέπειες, καθώς εξαιτίας της θα μειωθούν ορισμένοι θάνατοι λόγω υποχώρησης της παχυσαρκίας και της κατανάλωσης κόκκινου κρέατος (30.000 λιγότεροι θάνατοι).
Όμως η αναμενόμενη παγκόσμια μείωση θανάτων από παχυσαρκία (περίπου 260.000 λιγότεροι θάνατοι έως το 2050) θα υπεραντισταθμιστεί από την αύξηση των θανάτων, εξαιτίας της ανεπαρκούς σίτισης και της υπερβολικής μείωσης του σωματικού βάρους (266.000 περισσότεροι θάνατοι).
Αν περικοπούν οι εκπομπές αερίων που τροφοδοτούν την κλιματική αλλαγή, η μελέτη εκτιμά ότι οι σχετικοί με την κλιματική αλλαγή θάνατοι θα μειωθούν κατά 30% έως 70% (ανάλογα με τον βαθμό της μείωσης).
Πάντως μία πρόσφατη έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας είχε καταλήξει σε λιγότερο σοβαρές επιπτώσεις, καθώς προβλέπει ότι έως το 2050 η κλιματική αλλαγή θα προκαλεί 95.000 έξτρα θανάτους ετησίως λόγω ζέστης, 85.000 λόγω έλλειψης τροφίμων και 70.000 λόγω ασθενειών όπως η ελονοσία και η διάρροια.