του Δημήτρη Διαμαντίδη
Ενισχύει τη θέση της στην παγκόσμια αγορά ακτινιδίου η Ελλάδα, καθώς σύντομα με τον όγκο παραγωγής της θα καταφέρει να εισέλθει στην πρώτη τριάδα των χωρών-παραγωγών διεθνώς.
Ειδικότερα, με τη φετινή αύξηση της παραγωγής ακτινιδίου στην Ελλάδα (140-150.000 τόνους το χρόνο συνολικά), που θα φτάσει ποσοστιαία το 20%, η χώρα μας αναμένεται ότι θα ξεπεράσει την 3η Χιλή και έτσι θα "πλασαριστεί" πίσω από την 2η Νέα Ζηλανδία και την 1η Ιταλία.
Η εξέλιξη αυτή θα σημειωθεί παρόλο που η ελληνική παραγωγή υπέστη ζημιά εξαιτίας του εμπάργκο της Ρωσίας, καθώς το 37-40% των εξαγωγών ακτινιδίου κατευθυνόταν στη συγκεκριμένη αγορά.
Το αποτέλεσμα είναι πως αναδεικνύεται η ανάγκη για διασπορά κινδύνου των ελληνικών εξαγωγών ακτινιδίου. Όπως επισήμανε πρόσφατα ο κ. Δημήτρης Μανώσης, πρόεδρος της "Ζεύς Ακτινίδια" κατά τη διάρκεια του 6ου Πανελλήνιου Συνεδρίου της Agrotica, το 2015 παρόλο που η παραγωγή του ελληνικού ακτινιδίου ήταν πολύ μεγαλύτερη, εντούτοις ήταν μια από τις δυσκολότερες χρονιές στο κομμάτι της διακίνησης.
Ο κ. Μανώσης στάθηκε ιδιαίτερα στο θέμα της απόδειξης της ποιότητας του ελληνικού ακτινιδίου, λέγοντας χαρακτηριστικά πως "πρέπει να αποδεικνύουμε ότι έχουμε τα καλύτερα, ποιότητα είναι και η μεταφορά, η τήρηση των προθεσμιών και πάνω από όλα ποιότητα είναι ο ίδιος ο άνθρωπος".
"Η χώρα μας πάσχει από brand στο ζήτημα του ακτινιδίου παρόλο που το προϊόν μας είναι πολύ καλό. Χρειαζόμαστε ισχυρότερο brand", είπε ο ίδιος.
Με αποδόσεις κοντά στα 750 ευρώ το στρέμμα και το κόστος παραγωγής γύρω στα 600 ευρώ, η καλλιέργεια του ακτινιδίου στην Ελλάδα φαίνεται πάντως ότι σταδιακά βρίσκει το δρόμο της.
Η πρόκληση από εδώ και πέρα έχει να κάνει με τη βελτίωση της ποιότητας, την επένδυση στο image του ελληνικού ακτινιδίου και την ενσωμάτωση υψηλής προστιθέμενης αξίας στο προϊόν.
Παρά την πρόοδο που έχει γίνει ωστόσο, η Ελλάδα έχει ακόμη πολύ έδαφος να καλύψει για να φτάσει τους ανταγωνιστές της σε επίπεδο τιμών, που είναι και το ζητούμενο. Ενδεικτικά αναφέρεται πως στην εμπορική σεζόν 2014 –15, οι ελληνικές εξαγωγές, που σε συντριπτικό ποσοστό είναι της ποικιλίας Hayward, προσέγγισαν τις 115.000 τόνους με μέση τιμή εξαγωγής στα 85-90 λεπτά το κιλό, όταν η Ιταλία για 334.000 τόνους έλαβε 1,28 ευρώ, η Γαλλία για 20.000 τόνους, 1,80 ευρώ, η Πορτογαλία για 10.000 τόνους 1,14 ευρώ και η Ισπανία για 16.000 τόνους 1,10 ευρώ.