Ανοικτή επιστολή προς την Ελληνίδα Επίτροπο Μαρία Δαμανάκη απηύθυνε ο Νίκος Χρυσόγελος, ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων, σχετικά με την πρόταση της Γενικής Διεύθυνσης Υγείας & Καταναλωτών (DG SANCO) για τη νομοθεσία εμπορίας φυτογενετικού υλικού, η οποία θα τεθεί αύριο σε ψηφοφορία στην επικείμενη Συνάντηση των Επιτρόπων.
Στην επιστολή του ο Νίκος Χρυσόγελος ζητά από την Ελληνίδα επίτροπο να καταψηφίσει την πρόταση.
Η επιστολή βασίζεται στην αξιολόγηση του ανεπίσημου προσχέδιου πρότασης που δημοσιοποιήθηκε πριν μερικούς μήνες, σύμφωνα με την οποία εκτιμάται ότι θα επιβληθούν αυξημένοι μη δικαιολογημένοι περιορισμοί και μη εφαρμόσιμες υποχρεώσεις για τους παραδοσιακούς και σύγχρονους σπόρους που παράγει και χρησιμοποιεί ο απλός γεωργός, περιορίζοντας την εμπορική τους κυκλοφορία.Στην ενέργεια αυτή προχώρησε ο Νίκος Χρυσόγελος, συμπαρατασσόμενος με τις πολυάριθμες οργανώσεις, δίκτυα και αυτοδιοικητικούς φορείς, οι οποίοι ήδη υπέγραψαν και έστειλαν κοινή επιστολή προς την Ελληνίδα επίτροπο, αλλά και με φορείς σε Ευρωπαϊκό επίπεδο που κινητοποιούνται το τελευταίο εξάμηνο, εκτιμώντας ότι η πρόταση για την αναθεώρηση της νομοθεσίας από πλευράς της DGSANCO,
προσβάλλει βασικά δικαιώματα του αγροτικού κόσμου και αποτελεί κίνδυνο για την γεωργική βιοποικιλότητα στην Ευρώπη αλλά και την γεωργική παράδοση της Ελλάδας.Σχετικά με το θέμα ο Ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων Νίκος Χρυσόγελος δήλωσε: «Η διαμόρφωση της νέας ευρωπαϊκής νομοθεσίας, η αντικατάσταση δηλαδή των υφιστάμενων 12 κοινοτικών Οδηγιών με τον νέο κανονισμό για την εμπορία των σπόρων, είναι απαραίτητη. Στα 50 χρόνια από τη δεκαετία του ’60, οπότε άρχισε να ισχύει η ευρωπαϊκή νομοθεσία σχετικά με την εμπορία των σπόρων, το 75% περίπου της αγροτικής βιοποικιλότητας στην Ευρώπη έχει χαθεί.
Στο μεταξύ η εμπορία φυτογενετικού υλικού έχει μεταλλαχθεί σε ένα βιομηχανοποιημένο κλάδο που κυριαρχείται από πολυεθνικές, με 10 μόνο εταιρείες να ελέγχουν πάνω από το 50% της παγκόσμιας αγοράς.Υπάρχει λοιπόν επείγουσα ανάγκη για την ολοκλήρωση της διαδικασίας, που ακριβώς για να γίνει τελικά δυνατή δεν μπορεί να εξυπηρετεί τα συμφέροντα των εταιρειών για τον έλεγχο της αγοράς σπόρων. Θα πρέπει να δίνει προτεραιότητα στα δικαιώματα των μικροκαλλιεργητών και διατηρητών σπόρων, ώστε να παραμείνει η παραγωγή σπόρων στα χέρια τους, ως ζωντανή πρακτική για μια άλλη μορφής γεωργίας -βιώσιμη λύση για την διατροφική αυτάρκεια και διέξοδο στην οικονομική κρίση.Η συζήτηση του θέματος στο Συμβούλιο των Επιτρόπων και μια καταψήφιση της πρότασης της DG SANCO θα είναι μια πρώτη ευκαιρία νααλλάξει η Ευρωπαϊκή νομοθεσία προς μία κατεύθυνση που θα προάγει τη διατήρηση, ιδιοπαραγωγή και ελεύθερη κυκλοφορία σπόρων και παραδοσιακών ποικιλιών και θα διασφαλίζει τον τεράστιο γεωργικό πλούτο χωρών όπως η Ελλάδα.»