του Γιώργου Παπαθεοδώρου*
Τα θαλάσσια απορρίμματα (marine litter) αποτελούν, αναμφίβολα, το σημαντικότερο περιβαλλοντικό πρόβλημα των ωκεανών και των θαλασσών τον 21ο αιώνα. Μεταξύ των στερεών απορριμμάτων κυρίαρχη είναι η παρουσία του πλαστικού και αυτό επιβεβαιώνεται τόσο στη Μεσόγειο Θάλασσα όσο και από έρευνες στις ελληνικές θάλασσες. Περίπου το 32% της παγκόσμιας παραγωγής πλαστικού διαφεύγει τελικά προς το φυσικό περιβάλλον με το περισσότερο από αυτό να καταλήγει στο θαλάσσιο περιβάλλον.
Ο κατακερματισμός (fragmentation) του πλαστικού οδηγεί σε μικροπλαστικά (microplastics) τα οποία αποτελούν το μεγαλύτερο περιβαλλοντικό κίνδυνο για τον παγκόσμιο ωκεανό. Πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι περισσότερα από 600 είδη, από μικροοργανισμούς έως φάλαινες, έχουν επηρεαστεί από κατάποση πλαστικών.
Τα επιστημονικά δεδομένα που συγκεντρώνονται τις τελευταίες δύο δεκαετίες από τη διεθνή κοινότητα δείχνουν τις μεγάλες διαστάσεις του προβλήματος. Η Μεσόγειος Θάλασσα μπορεί να χαρακτηριστεί ως πλαστική θάλασσα καθώς τα σχετικά ελλειπή δεδομένα δείχνουν τη σαφή κυριαρχία του πλαστικού (61%) στον πυθμένα της ενώ ακολουθεί το μέταλλο (17%). Οι αντίστοιχες μέσες τιμές των ποσοστών για τον Παγκόσμιο Ωκεανό είναι 51% και 30%, αντίστοιχα.
Στο ελληνικό θαλάσσιο περιβάλλον παρουσιάζονται παρόμοιες τάσεις. Η καταγραφή των απορριμμάτων στις ελληνικές ακτές, στο πλαίσιο των πανελλήνιων εκστρατειών «ΚΑΘΑΡΙΣΤΕ ΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ» του Δικτύου Μεσόγειος SOS, έδειξε τη διαχρονική κυριαρχία του πλαστικού (37-49%), η οποία ακολουθείται από το χαρτί (12-18%) και το μέταλλο (7-14%) ή το γυαλί (6-9%). Έρευνες σχετικά με τα βενθικά απορρίμματα που συγκεντρώνονται στον θαλάσσιο πυθμένα δύο κόλπων και συγκεκριμένα του Πατραϊκού και του Σαρωνικού, έδειξαν ακόμη πιο ανησυχητικά αποτελέσματα. Η καταγραφή του υλικού και της πρώτης χρήσης των απορριμμάτων έδειξε ότι το πλαστικό (56%) ήταν το κυρίαρχο υλικό και ακολουθούσαν το μέταλλο (17%) και το γυαλί (10%). Οι συσκευασίες ποτών και αναψυκτικών αποτελούν το 32% των απορριμμάτων, τα απορρίμματα γενικής συσκευασίας (πλαστικές σακούλες) το 28% και οι συσκευασίες τροφίμων το 21%. Η επεξεργασία των αποτελεσμάτων έδειξε τρεις κύριες πηγές εισόδου των στερεών απορριμμάτων στο θαλάσσιο περιβάλλον των δύο κόλπων, τη χερσαία, τη ναυσιπλοϊκή και την αλιευτική πηγή, με τη χερσαία πηγή να είναι η σημαντικότερη και υπεύθυνη για το 81% του ρυπαντικού φορτίου που εισέρχεται στους κόλπους. Μόλις τρία αντικείμενα, οι πλαστικές σακούλες, τα κουτάκια αλουμινίου και τα πλαστικά μπουκάλια νερού αποτελούν το 48% των απορριμμάτων.
Σε συμφωνία με τα πιο πάνω στοιχεία, η μείωση της χρήσης της πλαστικής σακούλας, που προτείνεται άλλωστε και από την Ευρωπαϊκή οδηγία 720/2015, αναμένεται να ανακουφίσει σημαντικά το θαλάσσιο περιβάλλον. Στο πλαίσιο αυτό, το έργο LIFE DEBAG προτείνει μια ολοκληρωμένη εκστρατεία ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης για τη μείωση της πλαστικής σακούλας στο θαλάσσιο περιβάλλον, τόσο σε εθνικό όσο και σε τοπικό επίπεδο (Σύρος). Εντατικές εκστρατείες ενημέρωσης έχουν ήδη αναπτυχθεί μαζί με προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, forums με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και πρωτότυπες ερευνητικές μεθόδους αποτύπωσης του προβλήματος στο θαλάσσιο περιβάλλον της Σύρου. Η χρεώση της πλαστικής σακούλας προτάθηκε στην Επιτροπή Περιβάλλοντος της Βουλής των Ελλήνων ως ένα πολύ αποτελεσματικό μέσο για τη μείωση της χρήσης της, ανάμεσα σε μια δέσμη άλλων υποστηρικτικών μέτρων.
*Ο Γιώργος Παπαθεοδώρου είναι καθηγητής Περιβαλλοντικής και Γεωλογικής Ωκεανογραφίας στο Εργαστήριο Θαλάσσιας Γεωλογίας και Φυσικής Ωκεανογραφίας του Τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών