Σχεδόν εννέα στους δέκα ανθρώπους (87%) ζουν σε περιοχές όπου η ρύπανση της ατμόσφαιρας ξεπερνά τα όρια ασφαλείας που έχει θέσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), όπως προκύπτει από διεθνή έρευνα.
Το όριο ασφαλείας του οργανισμού έχει οριστεί στα δέκα μικρογραμμάρια σωματιδίων ΡΜ2.5 ανά κυβικό μέτρο, δηλαδή των μικροσωματιδίων με διάμετρο έως 2,5 χιλιοστά.
Τα ΡΜ2.5 θεωρούνται τα πιο επιβλαβή σωματίδια, καθώς η μικρή διάμετρος τους επιτρέπει να διεισδύουν βαθιά στους πνεύμονες και να προκαλούν καρδιαγγειακά νοσήματα, καρκίνο και άλλες παθήσεις.
Μεταξύ 1990 και 2013, ο παγκόσμιος πληθυσμός που εκτίθεται σε επικίνδυνα επίπεδα PM2.5 αυξήθηκε κατά 20,4%, κυρίως στη νότια και νοτιοανατολική Ασία, καθώς και συνολικά στην Κίνα, σύμφωνα με τα ευρήματα της ομάδας με επικεφαλής τον Μάικλ Μπάουερ του Πανεπιστημίου της Βρετανικής Κολομβίας.
Αυξήσεις παρατηρήθηκαν μεταξύ άλλων και στον δυτικό Καναδά, τη Νότια Αμερική και τη Μέση Ανατολή. Ωστόσο στις περισσότερες χώρες υψηλού εισοδήματος ο πληθυσμός αυτός μειώθηκε.
Αξίζει να σημειωθεί πως μόλις το 0,4% του πληθυσμού της Κίνας και το 0,01% του πληθυσμού της Ινδίας ζει σε περιοχές όπου δεν παραβιάζεται το όριο ασφαλείας του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας.
Για τη μελέτη, οι ερευνητές συνδύασαν εκτιμήσεις από δορυφορικά δεδομένα, προσομοιώσεις μεταφοράς χημικών ουσιών και επίγειες μετρήσεις από 79 διαφορετικές χώρες, ώστε να υπολογίσουν τον ετήσιο μέσο όρο σωματιδίων PM2.5 και τις συγκεντρώσεις του όζοντος για πενταετή διαστήματα μεταξύ 1990-2010 και ξεχωριστά για το έτος 2013.
Στη συνέχεια εφάρμοσαν αυτές τις εκτιμήσεις σε 188 χώρες.
Η υψηλότερη συγκέντρωση ΡΜ2.5 καταγράφηκε στη Σιτζιαζουάνγκ, την πρωτεύουσα της επαρχίας Χεμπέι στην Κίνα, ενώ η χαμηλότερη ήταν στη Σολντότνα της Αλάσκας.