Ανακοίνωση για τις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει σχετικά με την αντιμετώπιση της λειψυδρίας εξέδωσε το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
«Οι συνέπειες της κλιματικής κρίσης αποτυπώνονται, με έντονο τρόπο, στον κύκλο του νερού. Ως αποτέλεσμα, τα τελευταία δύο χρόνια, η μείωση των βροχών και των χιονοπτώσεων έχει προκαλέσει μείωση στα υδατικά αποθέματα των ταμιευτήρων που τροφοδοτούν την Αττική. Ο ταμιευτήρας του Ευήνου, μαζί με τον Μόρνο, τον Μαραθώνα και την Υλίκη αποτελούν τους τέσσερις ταμιευτήρες νερού, που τροφοδοτούν την Αττική με περισσότερα από 400 εκατ. κυβικά μέτρα νερού τον χρόνο», σημειώνει το ΥΠΕΝ και προσθέτει:
«Το υδροδοτικό σύστημα είναι σχεδιασμένο, ώστε τα αποθέματα των ταμιευτήρων να μη μειώνονται. Τα τελευταία δύο έτη όμως, λόγω της ανομβρίας, τα αποθέματα μειώθηκαν από 1.158.127 εκατ. κυβικά μέτρα στις 26/8/2022 σε 703.339 εκατ. κυβικά μέτρα στις 26/08/2024, δηλαδή κατά μέσο όρο περίπου 225 εκατ. κυβικά μέτρα το έτος».
Διαβάστε: Συρρικνώνεται η έκταση της λίμνης του Μόρνου - Αποκαλυπτικές δορυφορικές μετρήσεις
Λόγω των παραπάνω, εξηγεί το ΥΠΕΝ, η ΕΥΔΑΠ, σύμφωνα με τον προγραμματισμό της, έχει ήδη ενεργοποιήσει συμπληρωματικές πηγές υδροδότησης, με την επαναλειτουργία 17 γεωτρήσεων, κατά κύριο λόγο στην περιοχή Μαυροσουβάλα, και θα ενεργοποιήσει γεωτρήσεις και στο μέσο ρου του Βοιωτικού Κηφισού, ενώ επίσης νερό πλέον αντλείται και από την Υλίκη, που μέχρι τώρα ήταν εφεδρικός ταμιευτήρας. Αυτές οι ενέργειες θα συνεισφέρουν περίπου 75 εκατ. κυβικά μέτρα το έτος, σημειώνει το υπουργείο.
Άρα, επισημαίνει το ΥΠΕΝ, αν συνεχιστεί η ανομβρία των περασμένων ετών, θα έχουμε έλλειμμα 150 εκατ. κυβικά μέτρα το έτος και ένα απόθεμα που μπορεί να διαρκέσει περίπου 4 έτη. Για το λόγο αυτό, συνεχίζει η ανακοίνωση, το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, σε στενή συνεργασία με την ΕΥΔΑΠ, έχει εδώ και καιρό καταρτίσει και υλοποιεί έναν οδικό χάρτη και θα επιλέξει τις καλύτερες λύσεις, που είναι ρεαλιστικό να υλοποιηθούν, εντός της τετραετίας για τη διασφάλιση των αποθεμάτων νερού. Στις λύσεις αυτές περιλαμβάνονται: η μείωση των απωλειών στα δίκτυα ύδρευσης, η μερική εκτροπή νερού από ποταμούς που καταλήγουν στη λίμνη των Κρεμαστών, η ένταξη νέων ταμιευτήρων, η χρήση ανακυκλωμένου νερού για άρδευση και βιομηχανικές χρήσεις, καθώς και ο εμπλουτισμός του υπόγειου υδροφορέα με ανακυκλωμένο νερό, η βέλτιστη διαχείριση ομβρίων υδάτων και η αφαλάτωση, με χρήση πράσινων, ενεργειακών πόρων. Τέλος, εφόσον απαιτηθεί από τις συνθήκες, σε μεταγενέστερο χρόνο, θα εφαρμοστούν δράσεις εξοικονόμησης.
Η ΕΥΔΑΠ, τονίζει το ΥΠΕΝ, «συνεχίζει αδιάκοπα να τροφοδοτεί την Αττική με ένα από τα πιο ποιοτικά νερά της Ευρώπης, ενώ εφαρμόζει ένα 10ετές επενδυτικό πρόγραμμα 2023-2032, ύψους 2,1 δισ. ευρώ, για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των υδάτινων πόρων».
«Η αντιμετώπιση της λειψυδρίας και η αποτροπή των επιπτώσεών της, είναι μια από τις προτεραιότητες της πολιτείας και σε πλήρη συνεργασία με όλες τις εταιρείες ύδρευσης της χώρας θα ληφθούν όλα τα αναγκαία μέτρα για την αντιμετώπιση του φαινομένου», προσθέτει το υπουργείο και συμπληρώνει:
«Συνιστάται η συμμετοχή όλων, στην κοινή προσπάθεια με λελογισμένη χρήση των υδάτινων αποθεμάτων. Το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας θα συνεχίσει να συμβάλλει στην εφαρμογή εναλλακτικών λύσεων για την απρόσκοπτη πρόσβαση όλων σε νερό εξαιρετικής ποιότητας, με γνώμονα το χαμηλότερο, δυνατό, οικονομικό και περιβαλλοντικό κόστος».
Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης, δήλωσε: «Το κλειδί για τον σχεδιασμό της μελλοντικής ύδρευσης της Αττικής και της απόλυτης διασφάλισης του αγαθού του πόσιμου νερού, είναι η πρόβλεψη για τις βροχοπτώσεις στα επόμενα έτη και δεκαετίες. Για το σκοπό αυτό, το Υπουργείο μελετά, ήδη, με νέα πολύ υψηλής ακρίβειας κλιματικά μοντέλα, το φαινόμενο και θα έχει τα αποτελέσματα των σχετικών μελετών μέχρι το τέλος του έτους. Στη βάση αυτών, θα σχεδιαστεί το κατάλληλο μείγμα μεσοπρόθεσμων έργων που μπορεί να περιλάβει την αξιοποίηση υφιστάμενων υδάτινων πόρων της Κεντρικής Ελλάδος (λίμνη Κρεμαστών), αφαλατώσεων και αξιοποίησης για νερό άρδευσης και βιομηχανικό νερό των ομβρίων υδάτων και του νερού που προέρχεται από επεξεργασία λυμάτων. Σε κάθε περίπτωση, η Αττική ακόμα κι αν προκύψουν τα πλέον ακραία (ρεαλιστικά) σενάρια, με το συνδυασμό άμεσων και μεσοπρόθεσμων έργων, θα αντιμετωπίσει το πρόβλημα της μείωσης των βροχοπτώσεων, με τη βοήθεια -αν παραστεί ανάγκη- και της φθηνής ενέργειας, μέσω ανανεώσιμων πηγών, που διασφαλίζει η ταχύτατη, πράσινη, ενεργειακή μετάβαση την οποία υλοποιούμε».