του Θοδωρή Καραουλάνη
Για μια ακόμη, πολλοστή, φορά η Ελλάδα βρίσκεται στο στόχαστρο της Κομισιόν για πλημμελή εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας στα θέματα περιβάλλοντος και ειδικά της οδηγίας για τους οικοτόπους. Είναι άλλωστε γνωστό σε όλους – και αποτελεί «τίτλο ντροπής» για τη χώρα – ότι η Ελλάδα καθυστερεί χαρακτηριστικά στην ενσωμάτωση και ορθή εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας. Ειδικά στη θεματική του περιβάλλοντος, η Πολιτεία κάνει «ευρωπαϊκό πρωταθλητισμό» τόσο στις καθυστερήσεις όσο και στις παραβάσεις, επιβαρύντας σε πολλές περιπτώσεις τη χώρα με δυσβάστακτα πρόστιμα από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Συγκεκριμένα, με τη μηνιαία της δέσμη αποφάσεων του Φεβρουαρίου για υποθέσεις παράβασης της κοινοτικής νομοθεσίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλεί την Ελλάδα να εντείνει την προστασία των αυτοχθόνων ειδών και οικοτόπων, θεσπίζοντας κατάλληλο επίπεδο προστασίας των περιοχών που έχουν χαρακτηριστεί από το δίκτυο Natura 2000. Σύμφωνα με την οδηγία για τους οικοτόπους (οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου), τα κράτη μέλη είχαν στη διάθεσή τους έξι έτη προκειμένου να ορίσουν προστατευόμενες περιοχές στο πλαίσιο της εθνικής τους νομοθεσίας, μετατρέποντάς τες, τεχνικά, από «τόπους κοινοτικής σημασίας» (ΤΚΣ) σε «ειδικές ζώνες διατήρησης» (ΕΖΔ), και να εγκρίνουν τα απαιτούμενα μέτρα για τη βελτίωση της κατάστασης των οικοτόπων και των ειδών που ζουν σε αυτούς. Μετά τη λήξη της εν λόγω εξαετούς προθεσμίας, η Ελλάδα έχει μεν ορίσει επίσημα όλους τους ΤΚΣ της ως ΕΖΔ, αλλά δεν έχει καθορίσει τις απαιτούμενες προτεραιότητες ούτε έχει θεσπίσει τα αναγκαία μέτρα διατήρησης για τους τόπους αυτούς. Σύμφωνα με την Κομισιόν, η σημαντική αυτή απόκλιση όσον αφορά τη συμμόρφωση με τις βασικές υποχρεώσεις που απορρέουν από την οδηγία για τους οικοτόπους δεν επιτρέπει την ορθή προστασία και διαχείριση των τόπων και συνιστά μείζονα απειλή για την εύρυθμη λειτουργία και τη συνοχή του δικτύου Natura 2000 στο σύνολό του. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή απέστειλε την Παρασκευή αιτιολογημένη γνώμη, με την οποία δίνει στην Ελλάδα διορία δύο μηνών για να απαντήσει. Αν η Ελλάδα δεν λάβει μέτρα εντός δύο μηνών, η Επιτροπή μπορεί να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο της ΕΕ.
Το θέμα των προτεραιοτήτων αλλά και των αναγκαίων μέτρων διατήρησης για τις περιοχές του δικτύου Natura 2000 είναι σημείο έντονων συζητήσεων, διαφωνιών και αντεγκλήσεων μεταξύ των συναρμόδιων Υπουργείων, των περιβαλλοντικών ΜΚΟ, των επιστημονικών φορέων αλλά και εκατοντάδων ενδιαφερομένων, κυρίως της Αυτοδιοίκησης αλλά και ιδιωτών. Και αυτό γιατί στο τέλος αυτής της διαδικασίας θα πρέπει να υπάρχουν ξεκάθαροι όροι και περιορισμοί για μια έκταση που ισοδυναμεί σχεδόν με το 27% της ελληνικής επικράτειας, δημιουργώντας νέα δεδομένα σε χιλιάδες ανθρωπογενείς δραστηριότητες, όπως η γεωργία, ο τουρισμός, οι εξορυκτικές και μεταλλευτικές δραστηριότητες και πολλές άλλες. Αυτός είναι ο ουσιαστικός λόγος της καθυστέρησης ετών της χώρας μας στην υλοποίηση του κοινοτικού κεκτημένου, δεδομένης της αδυναμίας του πολιτικού συστήματος μέχρι σήμερα να διαμορφώσει αποτελεσματικές διαδικασίες και ευρείες συναινέσεις στα ζητήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης και αειφόρου ανάπτυξης. Αυτό αποτυπώνεται χαρακτηριστικά στην έλλειψη ορθολογικού και ξεκάθαρου χωροταξικού σχεδιασμού όπου ουδείς είναι βέβαιος ποιά δραστηριότητα επιτρέπεται και πού. Αυτή μάλιστα η παρατήρηση ισχύει εις διπλούν για τις περιοχές του δικτύου Natura 2000 για τις οποίες κάθε δραστηριότητα πρακτικά ξετάζεται κατά περίπτωση τόσο με βάση τη χωροταξική όσο και με βάση την περιβαλλοντική νομοθεσία αλλά χωρίς σε καμία από αυτές να υπάρχουν εκ των προτέρων γνωστές και ξεκάθαρες προϋποθέσεις και κανόνες!
Ένας ακόμη λόγος της χρόνιας αναποτελεσματικότητας στα θέματα διαχείρισης των περιοχών Natura 2000 είναι οι νομικές και διοικητικές προϋποθέσεις που υπάρχουν στην ελληνική νομοθεσία για την υλοποίηση τέτοιων σχεδίων. Μπροστά στο αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί το Υπουργείο Περιβάλλοντος καλείται να διαλέξει αν θα ακολουθήσει την «θεσμική πεπατημένη» προσπαθώντας να εκδώσει Προεδρικά Διατάγματα για την προστασία των περιοχών Natura 2000. Ή αν θα διαλέξει άλλο δρόμο, αυτόν της μεταρρύθμισης της περιβαλλοντικής – και χωροταξικής - νομοθεσίας, προκειμένου να συντομεύσει τις διαδικασίες, τηρώντας όμως παράλληλα τις κοινοτικές δεσμεύσεις, όπως προτείνεται σε σχετικές επιτροπές του Υπουργείου και από διάφορους φορείς.
Τέλος του Υπουργείο Περιβάλλοντος καλείται να κάνει μια ουσιαστική – αλλά δύσκολη – επιλογή για το σε ποιον θα αναθέσει την ευθύνη για τη διαχείριση των περιοχών Natura 2000, καθώς έχει αποδειχθεί ότι το Υπουργείο δεν μπορεί να το πράξει κεντρικά με βάση τους υφιστάμενους οικονομικούς, ανθρώπινους και άλλους πόρους που διαθέτει. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο για τους Φορείς Διαχείρισης των Προστατευόμενων Περιοχών, οι οποίοι αποτελούν ένα μόνο μέρος, και μάλιστα σχετικά μικρό, των περιοχων Natura, χρειάστηκε στα τέλη Δεκέμβρη ειδική τροπολογία την τελευταία στιγμή προκειμένου να μπορούν να πληρώνονται οι λιγοστοί υπάλληλοι που απασχολούνται σε αυτούς και να συνεχίσουν τη λειτουργία τους, ενώ εκκρεμεί ακόμη το διοικητικό χάος με τη (μνημονιακής κατεύθυνσης) επιλογή της συγχώνευσής τους. Πάντως οι υπηρεσίες του Υπουγρείου εξετάζουν τα σενάρια να ανατεθούν τα καθήκοντα για τη διαχείριση των Natura στην περιφερειακή αυτοδιοίκηση (υπάρχουν αντιδράσεις), στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις (υπάρχουν σοβαρά διοικητικά προβλήματα), σε διευρυμένης αρμοδιότητας Φορείς Διαχείρισης (αν λυθεί το οικονομικό τους πρόβλημα) ή σε έναν νέο Εθνικό Φορέα Διαχείρισης. Κανένα από τα σχέδια αυτά δεν έχει τύχει της έγκρισης ούτε των υπηρεσιών περιβάλλοντος της Κομισιόν ούτε των εκπροσώπων των δανειστών, όπως επιτάσσει το μνημόνιο.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η πρωτοβουλία αυτή της Κομισιόν για αποστολή αιτιολογημένης γνώμης προς την Ελλάδα γενικά για το θέμα της εφαρμογής της κοινοτικής οδηγίας σε όλη τη ώρα άργησε και θεωρείται ότι προχώρησε τώρα προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως μοχλός πίεσης για να ολοκληρωθούν εκκρεμότητες ετών. Θεωρείται βέβαιο ότι η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στην έγκληση της Κομισιόν για προσαρμογή στο κοινοτικό κεκτημένο εντός της προθεσμίας. Ωστόσο δεν είναι βέβαιο ακόμη ότι η Κομισιόν θα προσφύγει στη δικαστική οδό για τιμωρία της χώρας μετά την παρέλευση της προθεσμίας. Αυτό που αποτελεί βεβαιότητα όμως είναι η πρόθεση των Βρυξελλών να πιέσουν την Ελλάδα στο ζήτημα των οικοτόπων. Όπως βεβαιότητα αποτελεί η εκτίμηση περί καταδίκης της χώρας αν παραπεμφθεί η υπόθεση στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Δεδομένου μάλιστα ότι μια τέτοια πιθανή δυσμενής για την Ελλάδα δικαστική εξέλιξη θα πάρει κάποιο χρόνο – ο οποίος όμως εκτιμάται ότι δεν αρκεί στην ελληνική κυβέρνηση για την προσαρμογή - εκφράζονται ήδη σκέψεις για διασύνδεση της υπόθεσης με νέα «αιρεσιμότητα», δηλαδή με προϋπόθεση για χρηματοδότηση, στο πλαίσιο της ενδιάμεσης αξιολόγησης του ΕΣΠΑ 2014 – 2020 που θα γίνει του χρόνου.