Υποχωρούν οι επενδύσεις σε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο και ενισχύονται όλο και περισσότερο οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ).
Ενδεικτική είναι η σχετική τάση τόσο στις ΗΠΑ, όσο βέβαια και στην Ευρώπη, με συνεχή ενίσχυση των επενδύσεων σε ΑΠΕ και ξεκάθαρη υποχώρηση των αντίστοιχων έργων, που χρησιμοποιούν φυσικό αέριο.
Στο πλαίσιο αυτό, τις εξελίξεις «οδηγούν» οι ΗΠΑ, όπου τα τελευταία στοιχεία κατέδειξαν άνοδο-ρεκόρ των επενδύσεων σε ΑΠΕ, δηλαδή έργων ηλιακής και αιολικής ενέργειας, βιομάζας και υδροηλεκτρικών.
Η σχετική αναλογία μάλιστα με κριτήριο την παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια από τις νέες επενδύσεις στις ΑΠΕ κατά το πρώτο τρίμηνο του 2016 είναι 70 προς 1 υπέρ των ΑΠΕ και εις βάρος του φυσικού αερίου. Η εκτίμηση είναι πως σταδιακά το φυσικό αέριο εντάσσεται και αυτό μαζί με το πετρέλαιο, τον άνθρακα και την πυρηνική ενέργεια στα καύσιμα του «παρελθόντος».
Προς την κατεύθυνση αυτή συνεπικουρεί και το γεγονός πως μειώνεται όλο και περισσότερο το κόστος και αυξάνεται η αποδοτικότητα των ΑΠΕ και κυρίως των φωτοβολταϊκών συστημάτων.
Οι ΑΠΕ αποτέλεσαν τον πρωταθλητή των νέων ενεργειακών επενδύσεων παγκοσμίως για το 2015, κατορθώνοντας να καταγράψουν 361 δις. Ευρώ σε νέα σχέδια που υλοποιήθηκαν διεθνώς.
Όπως κατέγραψε η 10η ετήσια έκθεση των Ηνωμένων Εθνών με τίτλο Global Trends in Renewable Energy Investment, πέρσι προστέθηκαν σε όλο τον κόσμο 134GW ανανεώσιμης ενέργειας, σε σχέση με 106GW το 2014 και 87GW το 2013.
Μάλιστα, οι επενδύσεις σε ΑΠΕ ήταν το 2015 υπερδιπλάσιες, σε σχέση με τις αντίστοιχες επενδύσεις σε άνθρακα και φυσικό αέριο. Οι πιο πολλές επενδύσεις στις ΑΠΕ έγιναν στην Κίνα, όπου τα σχετικά έργα αυξήθηκαν κατά 17% και προσέγγισαν τα 92 δις. Ευρώ, ήτοι 36% της παγκόσμιας αγοράς.
Την ίδια στιγμή και η Ινδία, Νότια Αφρική, Μεξικό και Χιλή κατέγραψαν υψηλές επενδυτικές επιδόσεις στις ΑΠΕ.
Μεταξύ των ανεπτυγμένων περιοχών, στην Ευρώπη οι επενδύσεις στις ΑΠΕ κατέγραψαν το 2015 το χαμηλότερο σημείο τους την τελευταία εννιαετία, υποχωρώντας κατά 21%, σε σχέση με το 2014 και φτάνοντας τα 48,8 δις δολάρια, παρόλο που υπήρξε πολύ μεγάλη αύξηση των offshore αιολικών πάρκων.