«Πράσινη ενέργεια» από τα υπολείμματα της εκκόκκισης (φωτο)

του Γιώργου Μητράκη

Όταν μία επένδυση αξιοποιεί τα «σκουπίδια» από κάποια δραστηριότητα και ταυτόχρονα προσφέρει αφενός καθαρή, πράσινη ενέργεια και αφετέρου οικονομικό όφελος στην επιχείρηση τότε ο συνδυασμός είναι ο καλύτερος δυνατός, περίπου ιδανικός.

Σε αυτήν την κατηγορία ανήκει η Βιονεργειακή Ημαθίας ΑΕ, που δημιούργησε ο όμιλος Καραγιώργου – Σιάρκου και λειτουργεί από τον Οκτώβριο του 2015. Πρόκειται για επένδυση της τάξεως των 5 εκατ. ευρώ, που παράγει ηλεκτρική ενέργεια από βιομάζα, την οποία διοχετεύει στο δίκτυο διανομής της ΔΕΗ.

4

Ανάδοχος του έργου ήταν η ελληνική εταιρία Φιλιππόπουλος Ενεργειακή ΑΤΕ, που εξειδικεύεται σε έργα ολοκληρωμένων  ενεργειακών λύσεων. Για το κομμάτι της ηλεκτροπαραγωγής επιλέχθηκε η τεχνολογία του οργανικού κύκλου Rankine της εταιρίας Turboden του ομίλου Mitsubishi. Βασική πρώτη ύλη της  μονάδος είναι τα φυτικά υπολείμματα της διαδικασίας εκκόκκισης που προέρχονται κατά κύριο λόγο από τις εκκοκκιστικές μονάδες του ομίλου, αλλά και από άλλες επιχειρήσεις του κλάδου. Σε κάθε περίπτωση η μονάδα έχει δυνατότητα να χρησιμοποιήσει και άλλου τύπου γεωργικά υπολείμματα (βιομάζα), που προέρχονται από την ευρύτερη περιοχή της Ημαθίας όπου εδρεύει, όπως είναι τα κλαδέματα δέντρων, τα υπολείμματα ορυζοφλοιού, τα στελέχη καλαμποκιάς και τα στελέχη βαμβακιάς.

1

8000 MWh

Οι εκκοκκιστικές μονάδες του ομίλου λειτουργούν υπό την σκέπη των εταιριών «Αφοι Καραγιώργου ΑΒΕΕ, Σιάρκος ΑΕ, Κάπα Σίγμα Βαμβακουργία ΑΒΕΕ και Εκκοκκιστήρια Ημαθίας ΑΕ» και βρίσκονται στις περιοχές Δράμας, Σερρών, Θεσσαλονίκης, Ημαθίας, Λάρισας και Φαρσάλων και επεξεργάζονται σημαντικό κομμάτι της ελληνικής παραγωγής βάμβακος. Το 10% της επεξεργαζόμενος ποσότητας προκύπτει ως απορριπτόμενη βιομάζα και μεγάλο ποσοστό της οποίας οδηγείται στις εγκαταστάσεις της Βιοενεργειακής Ημαθίας, στην Αλεξάνδρεια, όπου παράγεται ηλεκτρική ενέργεια. Η εγκατεστημένη ισχύς της μονάδος σε συνδυασμό με το ότι αυτή πρόκειται να λειτουργεί σε 24ωρη βάση όλο το χρόνο οδηγεί σε συνολική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας περίπου 8000 MWh. Η ποσότητα αυτή υπολογίζεται ότι μπορεί να καλύψει περίπου το 70% των ενεργειακών αναγκών όλων των εκκοκκιστικών μονάδων του ομίλου, που βρίσκονται σε πλήρη φόρτο εργασίας το δίμηνο Οκτωβρίου – Νοεμβρίου, όταν γίνεται η συγκομιδή του βαμβακιού. Με βάση τη νομοθεσία που διέπει την ηλεκτροπαραγωγή από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και ειδικά από βιομάζα η παραγόμενη ενέργεια διοχετεύεται στο δίκτυο διανομής με συγκεκριμένη τιμή πώλησης, κάτι που στο τέλος της ημέρας αφήνει συγκεκριμένο οικονομικό όφελος. Έτσι ο κύκλος παραγωγής ολοκληρώνεται με τον καλύτερο τρόπο, καθώς η αειφόρος ανάπτυξη με την αξιοποίηση των γεωργικών υπολειμμάτων και η περιβαλλοντική βελτίωση συνδυάζεται με τις οικονομικές επιδόσεις.

2

Ηγετική θέση

Ο όμιλος Καραγιώργου –Σιάρκου, ο οποίος κατέχει ηγετική θέση στον εγχώριο κλάδο των εκκοκκιστηρίων βάμβακος, απασχολεί σε μόνιμη βάση 300 εργαζομένους και άλλους τόσους σε εποχική βάση. Το εκκοκκισμένο βαμβάκι που είναι το βασικό προϊόν που παράγει ο όμιλος εξάγεται με βασικούς προορισμούς την Τουρκία, την Αίγυπτο, τις χώρες της Μέσης και της Άπω Ανατολής, όπως η Ιαπωνία, αλλά και σε χώρες της Ευρώπης. Σύμφωνα με πηγές στη διοίκηση του ομίλου τα επόμενα χρόνια δεν αποκλείεται η επέκταση των δραστηριοτήτων του στην παραγωγή νημάτων και υφασμάτων. Στόχος είναι η καταγραφή υψηλής εγχώριας προστιθέμενης αξίας, καθώς η ελληνική τεχνογνωσία στους δύο αυτούς τομείς είναι πολύ σημαντική.

6

Λευκός χρυσός

Αξίζει να σημειωθεί η σημαντική πορεία του κλάδου του βάμβακος όλα αυτά τα χρόνια και ειδικότερα την περίοδο της κρίσης για την ελληνική οικονομία. Η υψηλή ποιότητα του ελληνικού βάμβακος σε συνδυασμό με τη τεχνογνωσία παραγωγής και επεξεργασίας που έχουν αναπτυχθεί όλα αυτά τα χρόνια το καθιστούν ένα από τα πιο ελκυστικά παγκοσμίως. Το βαμβάκι είναι το τρίτο εξαγώγιμο ελληνικό προϊόν και έχει συνεισφέρει ουσιαστικά στη βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας. Είναι μια δυναμική και εκτατική καλλιέργεια που απευθείνεται κυρίως σε αρδευόμενες εκτάσεις καταλαμβάνοντας συνολικά 2,5 εκατ. στρέμματα σε όλη τη χώρα. Ωστόσο, οι ελεγχόμενες απαιτήσεις του σε νερό το καθιστούν το λιγότερο υδροβόρο προϊόν, σε σχέση με αλλά ανταγωνιστικά προϊόντα όπως το καλαμπόκι, το ρύζι και τα τεύτλα, που χρειάζονται πολλαπλάσιες ποσότητες νερού και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τον «λευκό χρυσό» της ελληνικής γης. Βέβαια, η στόχευση της πολιτείας και των φορέων της αγοράς για τα επόμενα χρόνια πρέπει να εστιαστεί στην αξιοποίηση της υψηλής αναγνωρισιμότητας του ελληνικού βάμβακος δημιουργώντας, αφενός, μια ισχυρή ταυτότητα του προϊόντος που θα απέφερε υπεραξία στον Έλληνα παραγωγό και αφεταίρου, υποδομές αξιοποίησης του βάμβακος στην εσωτερική αγορά, με στόχο τη δημιουργεία τελικών κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας.

5

Αν σας άρεσε το άρθρο, Μοιραστείτε το!

Αφήστε μια απάντηση