Στην Ελλάδα, εκτός από τον πληθυσμό, «γερνάνε» και τα περιουσιακά στοιχεία των κατοίκων της χώρας. Ενώ το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε την εβδομάδα που πέρασε την επιβολή του φόρου διοξειδίου του άνθρακα τόσο στις κατοικίες όσο και στις μετακινήσεις, οι στατιστικές δείχνουν σοβαρή επιδείνωση της κατάστασης όσον αφορά την παλαιότητα ακινήτων και οχημάτων.
Η απογραφή κατοικιών του 2021 που αναμένεται να δημοσιεύσει η ΕΛΣΤΑΤ θα δείξει ότι λιγότερο από το 7% των ακινήτων θα έχει άδεια οικοδομής με ημερομηνία προγενέστερη του 2005 (δηλαδή 18 ετών), ενώ τα νεότερα στοιχεία για την ηλικία των οχημάτων –τα οποία αφορούν το 2021– ανεβάζουν τη μέση ηλικία ακόμη και στα 17 έτη που είναι και η χειρότερη επίδοση στην Ευρώπη.
Αυτά τα δεδομένα καθιστούν ακόμη πιο δύσκολη την προσαρμογή της χώρας στη νέα πραγματικότητα που θέλει να επιβάλει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Προκειμένου να περιοριστούν οι εκπομπές αερίων ρύπων, το πλαίσιο που ψήφισε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την περασμένη εβδομάδα προβλέπει την επιβολή φόρου άνθρακα στις μεταφορές και στις κατοικίες από το 2027.
Η προσαρμογή απαιτεί κεφάλαια δεκάδων χιλιάδων ευρώ ανά νοικοκυριό είτε για ανακαίνιση ακινήτων είτε για αντικατάσταση οχήματος είτε και για αλλαγή στο σύστημα θέρμανσης, κάτι που είναι εξαιρετικά αμφίβολο πώς θα επιτευχθεί σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα και σε τόσο μεγάλο αριθμό ενδιαφερομένων.
Είναι, επομένως, ένα από τα βασικά θέματα που θα απασχολήσουν την επόμενη κυβέρνηση της χώρας καθώς εκτός από το πώς θα επιβληθεί το νέο πλαίσιο αντικινήτρων για τη χρήση ρυπογόνων οχημάτων και συστημάτων θέρμανσης (και από πότε, καθώς είναι προφανές ότι οι χώρες-μέλη θα επιδιώξουν να ανοίξουν «παράθυρα») θα πρέπει να αναζητηθούν και τρόποι διευκόλυνσης των πολιτών ώστε να προσαρμοστούν το ταχύτερο δυνατό στη νέα πραγματικότητα που διαμορφώνεται.
Ο φόρος στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα αφορούσε μέχρι τώρα μεγάλες επιχειρήσεις ή και την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργεια από ρυπογόνες πηγές ενέργειας όπως ο λιγνίτης.
Το κείμενο που πέρασε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προβλέπει ότι θα πρέπει να υπάρξει σχεδόν καθολική εφαρμογή καθώς στο στόχαστρο μπαίνουν πλέον σχεδόν το σύνολο των βιομηχανικών κλάδων, η ναυτιλία, οι αερομεταφορές και φυσικά οι ιδιώτες με τους δύο τρόπους που προαναφέρθηκαν: μεταφορές (δηλαδή αυτοκίνητα) και ακίνητα, δηλαδή συστήματα θέρμανσης.
Με βάση το σκεπτικό του κειμένου, θα πρέπει να δημιουργηθεί ένας καινούργιος «κουμπαράς» για να διευκολυνθούν τα φτωχότερα νοικοκυριά να κάνουν την πράσινη μετάβαση (σ.σ. ουσιαστικά προαναγγέλλεται ένας μηχανισμός επιδοτήσεων με πόρους που μπορούν να ξεπεράσουν και τα 70 δισ. ευρώ σε πανευρωπαϊκό επίπεδο), ο οποίος όμως κουμπαράς θα πρέπει να γεμίζει από τα επιπλέον χρήματα που θα πληρώνουν όσοι ρυπαίνουν.
Αυτοκίνητα
Η Ελλάδα μπαίνει σε αυτή τη συζήτηση από εξαιρετικά μειονεκτική θέση. Ο στόλος των Ι.Χ., για παράδειγμα, απαρτιζόταν από 5,4 εκατομμύρια οχήματα στο τέλος του 2021 και από αυτά, τα 4,5 εκατομμύρια ήταν ηλικίας άνω των 10 ετών. Αρα, είναι παλαιότερης αντιρρυπαντικής τεχνολογίας και μεγάλης κατανάλωσης καυσίμου.
Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα ήδη εφαρμόζει από τις βαρύτερες φορολογίες στην Ευρώπη στο καύσιμο (σ.σ. λόγω του συνδυασμού ειδικού φόρου κατανάλωσης και ΦΠΑ που είναι από τους υψηλότερους στην Ευρώπη) σε μια περίοδο μάλιστα έντονης αβεβαιότητας όσον αφορά και τις διεθνείς τιμές των καυσίμων (σ.σ. είναι ενδεικτικό ότι το ίδιο το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου ορίζει ότι σε περίπτωση παράτασης της ενεργειακής κρίσης, η απόφαση για την επιβολή του πράσινου φόρου θα μετατεθεί για το 2028).
Το ενδεχόμενο να υπάρξουν αλλαγές στον υπολογισμό των τελών κυκλοφορίας ώστε να αρχίσουν να δημιουργούνται αντικίνητρα για τη χρήση παλαιών οχημάτων είναι από τώρα ανοικτό και είναι δεδομένο ότι το θέμα θα συζητηθεί από την επόμενη κυβέρνηση.
Ακίνητα
Στον τομέα της κατοικίας, η προσπάθεια διευκόλυνσης των νοικοκυριών έχει ξεκινήσει τα τελευταία 3-4 χρόνια με την εφαρμογή των προγραμμάτων «Εξοικονομώ», ενώ συνέχεια θα δοθεί και με τις επιδοτήσεις για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών.
Το πρόβλημα είναι ότι ο ρυθμός ανακαίνισης ή εκσυγχρονισμού των ακινήτων ώστε να στραφούν σε φιλικότερες για το περιβάλλον πηγές ενέργειας είναι πολύ αργός και ο αριθμός των ωφελούμενων νοικοκυριών πολύ περιορισμένος.
Επίσης, η Ελλάδα λόγω χαμηλού μέσου εισοδήματος, περιορισμένης πρόσβασης των νοικοκυριών στον τραπεζικό δανεισμό κ.λπ., θα έχει μεγάλες δυσκολίες και στη χρηματοδότηση των απαιτούμενων επενδύσεων ακόμη και αν υπάρξει τα επόμενα χρόνια ένα «γενναίο» πλαίσιο επιδοτήσεων με εθνικούς και κοινοτικούς πόρους.
Πρόσθετο πρόβλημα για τη χώρα αποτελεί και η περιορισμένη πρόσβαση των νοικοκυριών στις φιλικότερες για το περιβάλλον μορφές θέρμανσης. Το φυσικό αέριο δεν είναι διαθέσιμο στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας, στην επαρχία η καύση είναι η μοναδική λύση, ενώ το γεγονός ότι τα περισσότερα νοικοκυριά κατοικούν σε πολυκατοικίες, δημιουργεί πολλά προβλήματα στη λήψη αποφάσεων.
Πηγή: Εφημερίδα «Καθημερινή»