Κοιµώµενος γίγαντας η ανθοκοµία στην Ελλάδα

«Η ανθοκοµία είναι ο κλάδος µε τον υψηλότερο βαθµό εντάσεως κεφαλαίου και εργασίας. Για τον λόγο αυτόν, αποτελεί τον πιο δυναµικό κλάδο της φυτικής παραγωγής, ο οποίος ωστόσο καθίσταται ευάλωτος σε περιόδους χρηµατοπιστωτικής ανεπάρκειας. Στα δύσκολα χρόνια της οικονοµικής κρίσης, για να µπορέσει µια επιχείρηση να σταθεί στα πόδια της, δόθηκε µεγάλος αγώνας και χρειάστηκε προσαρµοστικότητα στα νέα δεδοµένα.

Αξιοποίηση Αναπτυξιακού

Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ στην Αργολίδα υπήρχαν περίπου οκτώ θερµοκήπια µε τριαντάφυλλα και άλλα άνθη, σήµερα έχουν µείνει µόνο δύο. Ένα από αυτά ανήκει στον Δηµήτρη Εξαδάκτυλο, ο οποίος το 1989 αποφάσισε να ξεκινήσει τη λειτουργία ενός θερµοκηπίου, αξιοποιώντας τον αναπτυξιακό νόµο, τις οδηγίες των υπευθύνων της ΔΑΟΚ Αργολίδας, αλλά και το επιχειρηµατικό του δαιµόνιο. Είναι η εποχή που το λουλούδι έχει µεγάλη ζήτηση και οι επιχειρήσεις αυτού του είδους γνωρίζουν µεγάλη επιτυχία.

Σήµερα, περίπου 30 χρόνια µετά, ο γιος του, Μάνος, µπήκε στην επιχείρηση µόλις ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Κρήτη ως τεχνολόγος γεωπόνος. «Καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 και ένα κοµµάτι της δεκαετίας του 2000, η ανθοκοµία αναπτυσσόταν µε γρήγορους ρυθµούς, καλύπτοντας τη µεγάλη ζήτηση που υπήρχε στο εσωτερικό», τονίζει στην εφημερίδα «Ύπαιθρος Χώρα» και συµπληρώνει: «Από το 2006, όµως, και µετά άρχισαν τα προβλήµατα. Και εκεί έπρεπε να πάρεις µία απόφαση, ή να κλείσεις ή να προχωρήσεις, κάνοντας πλέον άλλες κινήσεις. Την τελευταία δεκαετία, το 60% των παραγωγών τριαντάφυλλου χάθηκε και µαζί µε αυτούς σταµάτησαν να καλλιεργούνται εκατοντάδες στρέµµατα. Μόνο στην Αργολίδα χάθηκαν πάνω από 20 στρέµµατα».

Την εποχή εκείνη, πολλοί ιδιοκτήτες άρχισαν να ξεριζώνουν το τριαντάφυλλο και να επενδύουν πρωτίστως στο αγγούρι και δευτερευόντως στη ντοµάτα.

Οι απαιτήσεις της αγοράς

Η αγορά δείχνει τις απαιτήσεις της και, σύµφωνα µε τον Μάνο Εξαδάκτυλο, «στα χρόνια της κρίσης έπρεπε να πάρουµε τις αποφάσεις µας και όλα έδειξαν ότι οι εξαγωγές ήταν µονόδροµος». Όπως ο ίδιος εξηγεί, «ποιότητα, ποσότητα και τιµές ήταν το τρίπτυχο που έπρεπε να υπηρετήσουµε για να µπορέσουµε να βγούµε στο εξωτερικό και το κάναµε µε συνέπεια. Σήµερα, συνεχίζοντας την υδροπονική καλλιέργεια, έχουµε εξαπλωθεί στα Βαλκάνια και, φυσικά, ελπίζουµε ότι µπορούµε να πάµε ακόµα πιο καλά. Απέναντι στους Ολλανδούς που είναι και η µεγάλη δύναµη, κερδίζουµε στον τοµέα της τιµής, αλλά πλέον έχουµε κάνει και µεγάλη πρόοδο στην ποιότητα».

Το συνολικό ετήσιο ύψος της παραγωγής φτάνει από 1.800.000 έως 2.500.000 τριαντάφυλλα, σε µία συνολική έκταση 27 στρεµµάτων. Η απουσία νέων ανθρώπων από τις θερµοκηπιακές δραστηριότητες ερµηνεύεται ως µία άρνηση στις µεγάλες απαιτήσεις που δηµιουργεί η ενασχόληση µε το θερµοκήπιο, αφού πάνω από όλα απαιτείται αρκετός χρόνος.

Υποδοµές

Η επόµενη µέρα έχει έναν µόνο στόχο για τον Μάνο Εξαδάκτυλο και την οικογενειακή του επιχείρηση: «Για να µπορέσουµε να πάµε µπροστά, πρέπει να πάµε σε γενικευµένη χρήση της καινοτοµίας. Στο θερµοκήπιο, πρέπει τα πάντα να ελέγχονται µέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών και αισθητήρων και όλα να γίνονται αυτόµατα. Η χρήση της τεχνολογίας είναι µονόδροµος και, για να πετύχεις τη µείωση του κόστους παραγωγής, πρέπει να µάθεις να τη χρησιµοποιείς, να ποτίζεις όταν πρέπει, να µην πετάς λιπάσµατα και να γνωρίζεις πότε και πόσο θα κάνεις ψύξη ή θέρµανση. Μόνο έτσι θα µπορέσουµε να µειώσουµε το κόστος παραγωγής και να γίνουµε ακόµα περισσότερο ανταγωνιστικοί».

Όσον αφορά τις ενισχύσεις των επιχειρήσεων, ο κ. Εξαδάκτυλος σηµειώνει: «Οι επιδοτήσεις µε τον τρόπο που δίνονται δεν είναι χρήσιµες για κανέναν και, τελικά, µπορεί να αποβούν µοιραίες για την επιχείρηση. Η ανθοκοµία έχει ένα µέλλον λαµπρό, αλλά πρέπει να αδράξουµε τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται».

Είναι γεγονός ότι οι παραγωγοί ανθοκοµικών ειδών µέσω ενισχύσεων του Προγράµµατος Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2020 θα έχουν τη δυνατότητα για ολοκληρωµένες παρεµβάσεις σε επίπεδο αγροτικής εκµετάλλευσης, υποβάλλοντας σχέδια βελτίωσης για ενίσχυση, προκειµένου να πετύχουν τη µείωση του κόστους παραγωγής, τη βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων και την αύξηση ή την αναδιάρθρωση της παραγωγής τους.

Αν σας άρεσε το άρθρο, Μοιραστείτε το!

Αφήστε μια απάντηση