του Νίκου Αβουκάτου
Μια εβδομάδα πριν ολοκληρωθεί η δημόσια διαβούλευση, οι «μικροί» επενδυτές βιομάζας παρακολουθούν με αγωνία τις εξελίξεις, με αφορμή την εισήγηση της ομάδας εργασίας του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Μεταξύ άλλων, το ΥΠΕΝ εισηγείται την αφαίρεση της «μικρής κατηγορίας» βιομάζας από το προσχέδιο νόμου για τις ΑΠΕ αλλά και η προτεινόμενη τιμή να είναι πολύ μικρή και απαγορευτική για έργα που θα αξιοποιούν το πολύτιμο εγχώριο καύσιμο της βιομάζας.
«Δυστυχώς για τη βιομάζα και την ελληνική αγροτική οικονομία και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις ΑΠΕ όπως είναι σχεδιασμένο το νέο μοντέλο ενίσχυσης των ΑΠΕ, ειδικά στα έργα βιομάζας, ευνοούνται οι μεγαλύτερες κεντρικές εγκαταστάσεις και οι πολύ μεγάλοι επενδυτές και όχι οι μικρότερες αποκεντρωμένες μονάδες, που θα μπορούσαν να υλοποιηθούν από συνεταιριστικές οργανώσεις, ομάδες αγροτών, μικρότερους επενδυτές, μικρομεσαίες επιχειρήσεις», επισήμανε στη Greenagenda.gr ο Αντώνιος Γερασίμου, Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Ανάπτυξης Βιομάζας (ΕΛΕΑΒΙΟΜ).
Ο κ. Γερασίμου υποστήριξε μεταξύ άλλων ότι η εισήγηση της ομάδας εργασίας:
1) Αθροίζει τη συνολική ισχύ των σταθμών ΑΠΕ στα 5.000 MW, ισχύς η οποία καλύπτεται στη συντριπτική της πλειοψηφία από φ/β και αιολικά, μονάδες διαλείποντος παραγόμενου φορτίου. Οι μονάδες βιομάζας είναι ελάχιστες και με συνολική ισχύ πολύ περιορισμένη, δηλαδή αυτά τα 5.000 MW δεν είναι ισομερώς κατανεμημένα και κατά συνέπεια είναι τεχνικά, οικονομικά και πολιτικά λάθος:
ι) Να έχουν την ίδια αντιμετώπιση ως προς το επιδιωκόμενο IRR με τις άλλες ΑΠΕ. Είναι απαραίτητο ο στόχος επιδιωκόμενου IRR να είναι υψηλότερος από τις άλλες ΑΠΕ για να δίνονται έτσι τα απαραίτητα οικονομικά κίνητρα για την εξάπλωση της βιομάζας που τόσες φορές έχει δηλώσει ότι στηρίζει –και ορθά κάνει- η κυβέρνηση.
ιι) Να υφίστανται περαιτέρω μείωση της Τιμής Αναφοράς τους, σε σχέση με την (ήδη μειωμένη) τιμή που ίσχυσε με τον Ν.4254/14 (το περίφημο New Deal). Η τιμή ης ταρίφας σύμφωνα με το New Deal ήταν οριακά βιώσιμη – εξ ου και η έλλειψη νέων επενδύσεων- και οποιαδήποτε περαιτέρω μείωση καταδικάζει οριστικά τη βιομάζα ως πηγή παραγωγής ενέργειας.
2) Θέτει σαν στόχο την εγκατάσταση περίπου 2.500 MW ΑΠΕ μέχρι το 2020, σε ποσοστό >90%, όμως, αυτή η ισχύς θα καλυφθεί από φ/β και αιολικά. Δηλαδή η βιομάζα, το βιοαέριο, η γεωθερμία, τα μικρά υδροηλεκτρικά, τα ηλιοθερμικά, κ.λπ. θα έχουν συνολική ισχύ που δεν θα ξεπερνάει τα 250 MW μέχρι το 2020. Δίνεται, δηλαδή, πολύ μικρό περιθώριο ανάπτυξης σε έργα βιομάζας, ιδίως στα μικρότερα (<1 MWe)
3) Πρέπει οπωσδήποτε να γίνει νέα κατηγορία έργων που θα συμπεριλαμβάνει την ηλεκτροπαραγωγή από βιορευστά (π.χ. syngas, F-T fuels, pyrolysis oil). Πρόκειται για τεχνολογίες πολύ διαφορετικές από την συμβατική καύση, με πολύ μεγαλύτερα CAPΕΧ(Κόστος κεφαλαίου μιας επένδυσης) & OPEX (Κόστος λειτουργίας μιας μονάδας (πρώτες ύλες, μισθοί, αναλώσιμα, κ.λπ.)
4) To 24,5% σαν OPEX για έργα βιομάζα είναι εκτός πραγματικότητας. Ειδικά αν στόχος είναι η εκμετάλλευση καλής ποιότητας πρώτης ύλης (π.χ. wood chips) το OPEX είναι πολύ μεγαλύτερο.
5) Και η τιμή του CAPEX για έργα βιομάζα μέχρι 5 MWe είναι λανθασμένη, ιδίως για περιπτώσεις μονάδων συμπαραγωγής.
Σύμφωνα με τον κ. Γερασίμου, «η ένταξη όλων των έργων με ισχύ από 0-5MWe σε μια κατηγορία είναι ξεκάθαρα λανθασμένη τεχνοοικονομικά γιατί εντελώς διαφορετικά κόστη εγκατάστασης και λειτουργίας έχει π.χ. μια μονάδα των 500kWe με μια μονάδα 5MWe. Εάν θα έπρεπε οπωσδήποτε να μπει μόνο ένα όριο στην ισχύ αυτό θα έπρεπε να είναι μεταξύ 1-2 MWe» .
Καταλήγοντας, ο κ. Γερασίμου υπογράμμισε ότι «ιδιαίτερα στο σημερινό κοινωνικό-οικονομικό πλαίσιο που έχει διαμορφωθεί, τα πλεονεκτήματα που συνοδεύουν την ενεργειακή αξιοποίηση της βιομάζας είναι ακόμα πιο επίκαιρα, καθώς μπορούν να δράσουν καταλυτικά για τη βελτίωση πολλών και διαφορετικών τομέων της κοινωνίας και της οικονομίας της χώρας. Η αντιμετώπιση της βιομάζας με τον τρόπο που κάνει το εν λόγω νομοσχέδιο ισοδυναμεί με οικειοθελή εξουδετέρωση όλων αυτών των πλεονεκτημάτων».