Παρουσιάστηκαν χθες τα αποτελέσματα της πρώτης φάσης των εργασιών του Φόρουμ Βιομηχανίας σε συνέντευξη τύπου στο Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού στην Πλατεία Κάνιγγος. Τα συμπεράσματα προλόγισαν εκ μέρους του Υπουργείου η Υφυπουργός αρμόδια για θέματα Βιομηχανίας Θεοδώρα Τζάκρη και πρόεδροι φορέων που συμμετέχουν στη Συντονιστική Επιτροπή του Φόρουμ όπως ο Πρόεδρος του ΣΕΒ - Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών Θεόδωρος Φέσσας, ο Πρόεδρος της ΚΕΕ – Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Κωνσταντίνος Μίχαλος, ο Πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας Γεώργιος Καββαθάς, ο Πρόεδρος – επιστημονικός διευθυντής του ΚΕΠΕ - Κέντρου Ερευνών και Οικονομικού Προγραμματισμού Νικόλαος Θεοχαράκης, και εκ μέρους της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών ο κ. Γιώργος Καμπουράκης.
Πέρα από τα πολλά και ενδιαφέροντα που περιλαμβάνονται στις αναλύσεις της υφιστάμενης κατάστασης, για τομείς όπως οι δυναμικοί κλάδοι της βιομηχανίας, η διασύνδεση βιομηχανίας και καινοτομίας, η στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, τα χρηματοδοτικά εργαλεία και το γενικότερο επιχειρηματικό περιβάλλον, ξεχωριστή θέση στις προτάσεις πολιτικής που κατέληξαν οι φορείς που συμμετέχουν στο φόρουμ Βιομηχανίας, το νέο αυτό θεσμικό όργανο συνεργασίας της Πολιτείας με τις επιχειρήσεις και τους κοινωνικούς φορείς, κατέχει ο τομέας της ενέργειας και ειδικότερα του ενεργειακού κόστους της βιομηχανίας.
Η Greenagenda εξασφάλισε την ανάλυση υφιστάμενης κατάστασης για την ενέργεια του Φόρουμ Βιομηχανίας, οι οποίες δεν έχουν δει το φως της δημοσιότητας.
Πέρα από τις πολύ συγκεκριμένες προτάσεις (που παρουσιάζουμε σε άλλο σχετικό ρεπορτάζ), το Φόρουμ Βιομηχανίας κατέληξε σε ένα κοινά αποδεκτό από τους συμμετέχοντες φορείς κείμενο ανάλυσης της υφιστάμενης κατάστασης, γεγονός καθόλου εύκολο καθώς είναι γνωστό ότι οι επιχειρηματικοί φορείς εκφράζουν διαφορετικά συμφέροντα και επιδιώξεις στον τομέα της ενέργειας, ενώ και οι κοινωνικοί και κρατικοί φορείς έχουν πολύ διαφορετικές, μεταξύ τους, προσεγγίσεις. Αυτό το «επίτευγμα» διαλόγου, συναίνεσης και κοινών κειμένων ανέδειξαν τόσο η αρμόδια για τη Βιομηχανία Υφυπουργός Θεοδώρα Τζάκρη όσο και όλοι οι πρόεδροι των επιχειρηματικών φορέων.
Οι διαπιστώσεις του Φόρουμ Βιομηχανίας για τον τομέα της ενέργειας και του ενεργειακού κόστους έχουν ως εξής:
ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΗΣ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Δεδομένων των δυσκολιών της οικονομικής συγκυρίας, για την αντιμετώπιση του υψηλού ενεργειακού κόστους και της μειωμένης ανταγωνιστικότητας της ελληνικής βιομηχανίας κρίνονται απαραίτητα η εφαρμογή άμεσων μέτρων και ο σχεδιασμός μεσοπρόθεσμης ενεργειακής πολιτικής στους άξονες της ευρωπαϊκής πολιτικής για την ενέργεια, δηλαδή στη διαφοροποίηση των πηγών, στη βιώσιμη ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα.
Όσον αφορά την Βιομηχανία Εντάσεως Ενέργειας διαπιστώνονται τα εξής:
- κόστος ενέργειας μεγαλύτερο περίπου κατά 30 έως 50% από τον κοινοτικό μέσο όρο
- προσπάθειες εξοικονόμησης κόστους ενέργειας από το 2009 μέσω επενδύσεων σε εκσυγχρονισμό του εξοπλισμού και χρήσης εναλλακτικών καυσίμων (φυσικό αέριο/βιομάζα αντί μαζούτ κ.ά.)
- ελάχιστα αναπτυγμένη αγορά εναλλακτικών καυσίμων στην χώρα, συγκριτικά με την υπόλοιπη Ευρώπη, με αποτέλεσμα τα οφέλη να είναι χαμηλότερα των προσδοκιών, δεδομένου του υψηλού κόστους ενέργειας για την ελληνική βιομηχανία
Όσον αφορά την Βιομηχανία Χαμηλής Εντάσεως Ενέργειας διαπιστώνονται τα εξής:
- το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των ΜμΕ υπολογίζεται σε 15-20% των συνολικών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα
- το 36% της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης αποδίδεται στην παλαιότητα των κτιριακών εγκαταστάσεων, στην έλλειψη ενεργειακής θωράκισης, και στη μη ορθολογική χρήση τους στην παραγωγική λειτουργία
- υστέρηση μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων σε θέματα βελτίωσης ενεργειακής αποδοτικότητας μέσω εκσυγχρονισμού του παραγωγικού εξοπλισμού
- μείωση της επενδυτικής δραστηριότητας για εξοικονόμηση ενέργειας μετά το 2009
- έλλειμμα τεχνογνωσίας και πόρων για εξορθολογισµό της κατανάλωσης ενέργειας, ιδιαίτερα για μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις
- έλλειψη δικτύου διανομής φυσικού αερίου στην περιφέρεια της χώρας και στα νησιά
- έλλειψη χρηματοδοτικών εργαλείων προς ενθάρρυνση της επενδυτικής δραστηριότητας για εξοικονόμηση κόστους, η οποία μειώθηκε σημαντικά μετά το 2009
Προβλήματα - δυσχέρειες – Εμπόδια
1) Θεσμικά προβλήματα και δυσχέρειες:
- θέματα διάρθρωσης και λειτουργίας της αγοράς ενέργειας, η οποία χαρακτηρίζεται από περιορισμένο ανταγωνισμό
- απουσία μακροχρόνιου σχεδιασμού και χρηστής διαχείρισης για ΑΠΕ
- μη σταθερό φορολογικό πλαίσιο, ιδιαίτερα υψηλή φορολογία της ενέργειας και λοιπές επιβαρύνσεις
- έλλειψη κατάλληλων και επαρκών δικτύων και λοιπής υποδομής
- έλλειψη μηχανισμού αξιολόγησης της απόδοσης ενεργειακών παρεμβάσεων
2) Έλλειψη Χρηματοδοτικών εργαλείων και κίνητρων για: - επενδύσεις βελτίωσης ενεργειακής αποδοτικότητας
διασφάλιση χρηματοδότησης – μη ύπαρξη ειδικού ταμείου χρηματοδότησης
3) Έλλειψη τεχνογνωσίας και ανθρώπινου δυναμικού για: - αξιολόγηση οφέλους από τη βελτίωση ενεργειακής αποδοτικότητας
- σχεδιασμό, εφαρμογή και παρακολούθηση δράσεων βελτίωσης ενεργειακής αποδοτικότητας
- εφαρμογή συστήματος Διαχείρισης Ενέργειας - πρότυπο ISO 50001
Όσον αφορά την Βιομηχανία Εντάσεως Ενέργειας, τα προβλήματα εντοπίζονται κυρίως στο πολύ υψηλό - μη ανταγωνιστικό κόστος ενέργειας (ηλεκτρισμός και φυσικό αέριο) με συνέπεια την μείωση της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας με αρνητικές πολλαπλασιαστικές επιδράσεις στο σύνολο της οικονομίας. Επιπλέον, διαπιστώνεται έλλειψη χρηματοδοτικών εργαλείων για την ενίσχυση επενδυτικών σχεδίων για την περαιτέρω εξοικονόμηση ενέργειας.
Τα σημαντικότερα προβλήματα όσον αφορά το κόστος ενέργειας είναι τα εξής: - μη ανταγωνιστικό πλαίσιο της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (π.χ. υποχρεωτική ημερήσια αγορά, έλλειψη σχεδιασμού διακριτής πολιτικής για μεγάλους βιομηχανικούς καταναλωτές όπως διμερείς συμβάσεις, προθεσμιακές και intraday αγορές
- καθυστέρηση ευθυγράμμισης με την κοινοτική πολιτική όπως εκφράζεται από τις κοινοτικές οδηγίες και τις
- κατευθυντήριες γραμμές για τις ρυθμιζόμενες χρεώσεις και τους ΕΦΚ
- καθυστέρηση της μείωσης των ρυθμιζόμενων χρεώσεων και του Ειδικού Τέλους Μείωσης Εκπομπών Αερίων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ) για κρατικές ενισχύσεις
- έλλειψη αξιολόγησης του πιθανού αποτελέσματος και κατ’ επέκταση έλλειψη σχεδιασμού για την επικείμενη εφαρμογή του μέτρου της Διακοψιμότητας
- έλλειψη δυνατότητας εισαγωγών από βιομηχανίες για αυτοπρομήθεια και επιβάρυνση από χρεώσεις pool της εισαγόμενης ποσότητας ηλεκτρικής ενέργειας για ιδιοκατανάλωση
- μη λειτουργία των αγορών διασφάλισης ισχύος/ευελιξίας, για την εξασφάλιση σταθερότητας του συστήματος, κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα
- ελλιπής και ανορθολογικός σχεδιασμός της φορολόγησης των ενεργειακών προϊόντων με αποτέλεσμα την στρέβλωση του ανταγωνισμού.
Όσον αφορά την Βιομηχανία Χαμηλής Εντάσεως Ενέργειας, τα σημαντικότερα προβλήματα εντοπίζονται στην έλλειψη ενθάρρυνσης δράσεων εξοικονόμησης ενέργειας και επιπλέον στο υψηλό κόστος ενέργειας δεδομένης της μείωσης της παραγωγής.
Τα σημαντικότερα προβλήματα για το έλλειμμα επενδύσεων σε τεχνολογίες εξοικονόμησης ενέργειας και για την ανταγωνιστικότητα των ΜμΕ είναι τα εξής: - έλλειψη χρηματοδοτικών εργαλείων και ρυθμιστικής υποστήριξης για την ενίσχυση επενδύσεων εκσυγχρονισμού των κτιριακών εγκαταστάσεων και του μηχανολογικού εξοπλισμού προς εξοικονόμηση ενέργειας
- αδυναμία πρόσβασης σε υφιστάμενα εθνικά και κοινοτικά χρηματοδοτικά εργαλεία
- έλλειμμα ενημέρωσης/ευαισθητοποίησης των ΜμΕ για θερμιδικές απώλειες ενέργειας με συνέπεια έλλειμμα ανταγωνιστικότητας και αυξημένο κοινωνικό κόστος
- έλλειψη τεχνογνωσίας αξιολόγησης συνολικού οφέλους από τη βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας σε επίπεδο εξοικονόμησης και εταιρικής ευθύνης
- έλλειμμα ανθρώπινου δυναμικού για το σχεδιασμό, την εφαρμογή και την παρακολούθηση δράσεων ενεργειακής απόδοσης
- απώλεια ανταγωνιστικότητας λόγω αυξανόμενου κόστους ενέργειας δυσανάλογα για τις μικρές επιχειρήσεις από αύξηση τιμολογίων ηλεκτρικού ρεύματος, ενσωμάτωση κόστους ΑΠΕ και αύξηση των ειδικών φόρων κατανάλωσης σε συνδυασμό με έλλειψη ανταποδοτικών υπηρεσιών από το κράτος
- έλλειψη δικτύων διανομής φυσικού αερίου στην περιφέρεια και κυρίως στα νησιά με αποτέλεσμα την αδυναμία χρήσης φυσικού αερίου
- μη προώθηση χρήσης εναλλακτικών μορφών ενέργειας