του Δημήτρη Διαμαντίδη
Θέρμανση και εξοικονόμηση ενέργειας; Θέρμανση και προστασία του περιβάλλοντος; Σήμερα πλέον είναι απολύτως εφικτό και χωρίς ιδιαίτερο κόστος.
Όπως επισημαίνει ο Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Βιοτεχνών Υδραυλικών Ελλάδος κ. Δημήτρης Βαργιάμης, υπάρχουν ορισμένες απλές δράσεις, που δεν απαιτούν μεγάλο κόστος και εκτεταμένες παρεμβάσεις στα συστήματα θέρμανσης, αλλά επιδρούν θετικά στην εξοικονόμηση καυσίμων, χρημάτων και βέβαια οδηγούν σε πιο «πράσινη» λειτουργία της οικιακής θέρμανσης.
Οι δράσεις αυτές είναι οι εξής:
1) Συντήρηση και ρύθμιση των εστιών καύσης (κεντρικός λέβητας ή ατομική μονάδα πετρελαίου ή φυσικού αερίου).
2) Αντικατάσταση του μηχανικού θερμοστάτη με ηλεκτρονικό-ψηφιακό για να έχουμε ακρίβεια στις επιλογές μας (1 βαθμός απόκλισης με βάση την επιθυμητή θερμοκρασία που θέλουμε είναι 7% επιπλέον ενεργειακό κόστος).
3) Τοποθέτηση διακοπτών με θερμοστατικές κεφαλές στα θερμαντικά σώματα για να έχουμε αυτονομία στον κάθε χώρο του σπιτιού μας.
4) Τοποθέτηση αντιστάθμησης στον κεντρικό λέβητα ή στην ατομική μονάδα πετρελαίου ή φυσικού αερίου.
5) Όταν αερίζουμε την κατοικία μας ή οποιονδήποτε άλλο χώρο κατεβάζουμε τον θερμοστάτη και ουσιαστικά απενεργοποιούμε το σύστημα θέρμανσης όσο διαρκεί ο αερισμός του χώρου. Ενεργοποιούμε τον θερμοστάτη αφού κλείσουμε τα εξωτερικά κουφώματα και περάσουν 30 λεπτά.
6) Σε περιοχές με υψηλά ποσοστά υγρασίας τοποθετούμε αφυγραντήρες στην κατοικία μας για να έχουμε την πραγματική αίσθηση της θερμοκρασίας του χώρου.
7) Σε συστήματα θέρμανσης, όπου έχουμε εξωτερικές σωληνώσεις, τοποθετούμε ειδική μόνωση για να μην έχουμε απώλειες.
Παράλληλα, οι εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης και τα δίκτυα ζεστού και κρύου νερού χρειάζονται τακτική συντήρηση, προκειμένου να μην καθίστανται ενεργοβόρα και επιβαρυντικά για το περιβάλλον.
Όπως τονίζει ο κ. Βαργιάμης, κατά την λειτουργία μιας εγκατάστασης θέρμανσης και ζεστού-κρύου νερού εισχωρεί αέρας στα δίκτυα. Το οξυγόνο του αέρα με το πέρασμα των ετών προκαλεί οξείδωση στα μεταλλικά μέρη (σωληνώσεις, κυκλοφορητές κλπ.).
Επιπλέον, το νερό που κυκλοφορεί μεταφέρει και σκουριές σε όλο το δίκτυο και το τελικό αποτέλεσμα όλων των προαναφερθέντων είναι η διάβρωση.
Ειδικότερα, οι συνέπειες από την διάβρωση είναι οι ακόλουθες:
- Γαλβανική διάβρωση
Σε κάθε κλειστό ή ανοικτό κύκλωμα θέρμανσης ή κλιματισμού αμέσως μετά την πλήρωση με νερό και την έναρξη της λειτουργίας, αρχίζει σταδιακά η διαδικασία της εσωτερικής διάβρωσης των μετάλλων, με αποτέλεσμα, τη δημιουργία οξειδίων των μετάλλων, που πολύ συχνά αποκαλούνται απλά «λάσπη». Τα οξείδια αυτά εναποθέτονται στα πιο ήσυχα σημεία μιας εγκατάστασης (π.χ. κάτω γωνίες θερμαντικών σωμάτων). Συνέπεια των προαναφερθέντων είναι η μείωση της θερμικής επιφάνειας των θερμαντικών σωμάτων, ενώ υπάρχει και έμμεσος κίνδυνος επιβάρυνσης της υγείας των καταναλωτών.
- Σχηματισμός κρούστας ανθρακικού ασβεστίου
Είναι γνωστό ότι το νερό της ύδρευσης περιέχει ανθρακικό ασβέστιο που η περιεκτικότητα του ποικίλει από περιοχή σε περιοχή. Η ιδιότητα του είναι να έλκεται από τις πιο ζεστές επιφάνειες επαφής και ο σχηματισμός της κρούστας αυτής προκαλεί την μείωση της απόδοσης του λέβητα του συστήματος θέρμανσης.
- Ακαθαρσίες:
Οι ακαθαρσίες στο νερό επιδεινώνουν και «αναπτύσσουν» τη διάβρωση στα συστήματα θέρμανσης. Επιπλέον, προκαλείται και μείωση της θερμικής αγωγιμότητας των επιφανειών της εγκατάστασης, με αποτέλεσμα την αύξηση της θερμοκρασίας εξόδου, καθώς και την αύξηση CO2, που αποβάλλεται μέσω των καπνοδόχων.
Όπως προκύπτει από τα προαναφερθέντα, στις εγκαταστάσεις θέρμανσης ζεστού και κρύου νερού, έχουμε μια σταδιακή απώλεια της ενεργειακής απόδοσης των συστημάτων, που πολλές φορές φθάνει και στο 35%.
Αν λάβουμε υπόψη ότι σε κάθε αστική περιοχή ο κύριος όγκος των εκπομπών CO2 προέρχεται από τα σπίτια (θέρμανση, ζεστό νερό & μαγείρεμα), τότε η θέσπιση ρυθμιστικών μέτρων για την επεξεργασία του νερού των εγκαταστάσεων θα είχε σημαντικά αποτελέσματα προς την κατεύθυνση της προστασίας του περιβάλλοντος.
Με περίπου 1,5 εκατομμύρια λέβητες κεντρικής θέρμανσης στην Ελλάδα ακόμη και μια μέση απώλεια της τάξης του 5% με ένα μέσο ετήσιο κόστος καυσίμου μόνο 400 ευρώ, μας οδηγεί σε μια σπατάλη σχεδόν 30 εκατ. ευρώ, που μάλιστα δεν περιλαμβάνει επαγγελματικά και βιομηχανικά συστήματα.
Στο πλαίσιο αυτό, η θέσπιση ρυθμιστικών μέτρων από την πολιτεία και η δημιουργία κανονισμού για τον καθαρισμό των δικτύων θέρμανσης, μπορεί να αποφέρει θετικά αποτελέσματα στην εξοικονόμηση ενέργειας και στην προστασία του περιβάλλοντος, διότι, οι εγκαταστάσεις θα λειτουργούν χωρίς απώλειες και δεν θα οξειδώνονται.