του Θοδωρή Καραουλάνη
Τα projects καθαρής, «πράσινης» ενέργειας στα data centers (κέντρα δεδομένων) και σε άλλες εγκαταστάσεις είναι στόχος για πολλές εταιρείες τεχνολογίας.
Μία από τις μεγαλύτερες, η Google, ανακοίνωσε ότι «αλλάζει το παιχνίδι» και θα επιτύχει μέσα στο 2017 να τροφοδοτεί ολόκληρο το δίκτυο των παγκόσμιων δραστηριοτήτων της με ενέργεια προερχόμενη κατά 100% από ανανεώσιμες πηγές.
Η Google μάλιστα σημειώνει ότι αυτό το επίτευγμα αυτή θα περιλαμβάνει τόσο τα κέντρα δεδομένων και εταιρικά γραφεία της.
Πώς όμως έφτασε σε αυτόν τον στόχο;
Η Google ξεκίνησε στις αρχές του 2010 δικές της αποκλειστικά άμεσες επενδύσεις, μεγάλης κλίμακας, σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με την εξαγορά του συνόλου της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ένα αιολικό πάρκο 114-μεγαβάτ στην Αϊόβα των ΗΠΑ. Τώρα, μόλις 6 χρόνια μετά, η Google διεκδικεί τον τίτλο του «μεγαλύτερου στον κόσμο εταιρικού αγοραστή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας», καθώς προμηθεύεται ενέργεια από ΑΠΕ σε διπλάσια ποσότητα σε σχέση με τον επόμενο πλησιέστερο ανταγωνιστή της, που είναι η Amazon.
Παρότι δεν έχει φτάσει ακόμη το στόχο της, η Google υποστηρίζει ότι θα ξεπεράσει το σημείο του 100% το επόμενο έτος, καθώς έχει αναλάβει δεσμεύσεις αγοράς (δηλαδή συμβόλαια) ενέργειας αιολικής και ηλιακής προέλευσης αρκετά για να καλύψει το σύνολο της ετήσιας κατανάλωσής της για το 2017.
Φυσικά η Google δεν είναι ούτε φιλανθρωπικό ίδρυμα ούτε πιστεύει σε κάποιο θρησκευτικό δόγμα για «καθαρή ενέργεια». Πέρα από τη δέσμευση στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, που έχει μακροπρόθεσμο οικονομικό όφελος, είναι μία επιχείρηση που επιζητά το – άμεσα σχετικά - κέρδος.
Όμως, όπως σημειώνει σε μία σχετική ανάρτησή του χθες ο Urs Hölzle (Google Senior Vice President of Technical Infrastructure), «τα κέντρα δεδομένων είναι η ραχοκοκαλιά του Διαδικτύου, που επεξεργάζονται και αποθηκεύουν τεράστιες ποσότητες πληροφοριών. Οι μηχανικοί μας έχουν περάσει χρόνια τελειοποιώντας τα κέντρα δεδομένων της Google, που τα καθιστά 50% πιο ενεργειακά αποδοτικά από το μέσο όρο του κλάδου. Αλλά χρειαζόμαστε ακόμα πολλή ενέργεια για την επεξεργασία τρισεκατομμυρίων αναζητήσεων Google κάθε χρόνο, για το ανέβασμα περισσότερων από 400 ωρών βίντεο στο YouTube κάθε λεπτό, και για την υποστήριξη σε προϊόντα και υπηρεσίες που οι χρήστες μας εξαρτώνται. Γι 'αυτό ξεκινήσαμε την αγορά των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας – για να μειώσουμε το ανθρακικό μας αποτύπωμα και να αντιμετωπίσουμε την κλιματικής αλλαγής. Αλλά υπάρχει και επιχειρηματική λογική». Και ο Urs Hölzle εξηγεί ότι κατά τη διάρκεια των τελευταίων έξι ετών, το κόστος της αιολικής και ηλιακής ενέργειας μειώθηκε κατά 60% και 80% τοις εκατό, αντίστοιχα, αποδεικνύοντας ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας γίνονται όλο και περισσότερο η επιλογή χαμηλότερου κόστους.
«Το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας είναι μία από τις μεγαλύτερες συνιστώσες των λειτουργικών εξόδων μας στα κέντρα δεδομένων μας, και, έχοντας ένα μακροπρόθεσμα σταθερό κόστος ανανεώσιμης ενέργειας, υπάρχει προστασία έναντι των διακυμάνσεων των τιμών στον τομέα της ενέργειας», σημειώνει ο Urs Hölzle.
Όπως σημειώνουν αναλυτές, αυτό σημαίνει ότι καθώς το κόστος λειτουργίας των κέντρων δεδομένων της Google (αλλά και κάθε εταιρείας) αυξάνεται με την αύξηση των επενδύσεων και των παροχών στον τομέα των cloud-based υπηρεσιών (όπως είναι η κυρίαρχη τάση τα τελευταία χρόνια και αναμένεται να γίνει ακόμη περισσότερο στην εποχή των big-data), καθίσταται χρηματοοικονομικά απόλυτα λογικό για την Google να συνεχίσει να επενδύει στη δημιουργία νέων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ώστε να καλύψει την αυξανόμενη ζήτηση που η ίδια δημιουργεί.
Για αυτόν ακριβώς τον απολύτως οικονομικό και επιχειρηματικό λόγο η Google αναφέρει ότι δεν πρόκειται να σταματήσει τις επενδύσεις της στην ανάπτυξη έργων παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας ακόμη και όταν ξεπεράσει το σημείο του 100%. Γιατί δεν αντιμετωπίζουν τον στόχο αυτόν ως τελικό, αλλά ως ευκαιρία. Θα συνεχίσουν για παράδειγμα να προσπαθούν να διαφοροποιήσουν τις πηγές τροφοδοσίας, καθώς όπως αναφέρουν «δεν φυσάει 24 ώρες το 24ωρο» οπότε θέλουν να έχουν πηγές ενέργειας για κάθε λεπτό της ημέρας.
Σημειώνεται ακόμη ότι η Google καταφεύγει στην αγορά και πώληση credits από ΑΠΕ, το οποίο σημαίνει ότι μπορεί ακόμη σε κάποιες περιοχές πραγματικά να αγοράζει ενέργεια από συμβατικές μορφές παραγωγής, αλλά λογιστικά πληρώνει για την παραγωγή περισσότερων credits ανανεώσιμων πηγών, που υπερκαλύπτουν τυχόν αγορές από συμβατικές μορφές και τροφοδοτούν στην πραγματικότητα άλλους καταναλωτές. Οπότε και σε αυτό το σημείο έχει περιθώριο βελτιστοποίησης.
Η Google τονίζει επίσης ότι με τα 20 έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που υλοποιεί βοηθά τις τοπικές κοινωνίες σε περιοχές των ΗΠΑ, της Χιλής ακόμη και σε δήμους της Σουηδίας. Oι μέχρι σήμερα συμφωνημένες αγορές που έχει προγραμματίσει η Google θα οδηγήσουν σε επενδύσεις σε υποδομές ύψους άνω των 3,5 δις δολαρίων σε παγκόσμιο επίπεδο, με περίπου τα δύο τρίτα από αυτά στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα έργα αυτά παράγουν επίσης, αναφέρει η Google, δεκάδες εκατομμύρια δολάρια ετησίως σε έσοδα στους κατά τόπους ιδιοκτήτες ακινήτων, και δεκάδες εκατομμύρια περισσότερα σε φορολογικά έσοδα για τις τοπικές αρχές και τις εθνικές κυβερνήσεις.
Με αυτό τον τρόπο η google επιχειρηματολογεί ότι στην πραγματικότητα η κίνησή της εξυπηρετεί τους πάντες, είναι οικονομικά βιώσιμη και όλοι κερδίζουν.
Παράλληλα με την ανακοίνωσή αυτή για την επίτευξη του στόχου της το 2017 η google έδωσε στη δημοσιότητα και την πρώτη περιβαλλοντική έκθεση της εταιρείας. Όπως αναφέρει ο Urs Hölzle μέσα στα χρόνια έχουν κάνει πολλές ανακοινώσεις, αναρτήσεις και δημοσιεύσεις για τα περιβαλλοντικά και ενεργειακά σχέδια και επιτεύγματα της εταιρείας, αλλά είναι η πρώτη φορά που τα συγκεντρώνουν όλα σε ένα σημείο, σε μία έκδοση. Αξίζει να δείτε την έκθεση αλλά και τη νέα ειδική ιστοσελίδα που καθιέρωσε για τα θέματα ενέργειας και περιβάλλοντος η εταιρεία στη διεύθυνση www.google.com/green/