Του Νίκου Αβουκάτου

Φέτος, η Παγκόσμια Ημέρα Μέλισσας επικεντρώνεται στην μελισσοκομική παραγωγή και στην υιοθέτηση καλών πρακτικών από τους μελισσοκόμους για την υποστήριξη των βιοτικών τους μέσων και την παράδοση προϊόντων καλής ποιότητας.

Η πρόεδρος του Μελισσοκομικού Συλλόγου Νομού Θεσσαλονίκης Αλεξάνδρα Σωτηράκη περιγράφει την άσχημη κατάσταση της μελισσοκομίας καθώς η παραγωγή ήταν μειωμένη κατά 70% – 80%, ενώ τα σημάδια για τη φετινή χρονιά δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικά.

Όπως εξηγεί η κ. Σωτηράκη «η άνοιξη έδειξε στην αρχή πως ξεκινάει δυναμικά, με τον Μάρτιο να είναι ελπιδοφόρος, ήρθαν οι «καύσωνες» του Απριλίου, του πιο κρίσιμου (μελισσοκομικά) μήνα της άνοιξης, να μας προσγειώσουν απότομα. Τα μελίσσια είναι στάσιμα και δεν μεγαλώνουν. Οι πρώτες ανθοφορίες χάθηκαν λόγω ανομβρίας. Η μελιτοέκκριση και η νεκταροέκκριση δεν επαρκεί ούτε για να ταϊστούν οι μέλισσες, πόσο περισσότερο να πάρουμε μέλι».

Η κ. Σωτηράκη κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και εξηγεί πως οι μελισσοκόμοι δεν θα αντέξουν οικονομικά άλλη μια καταστροφική χρονιά όπως η περσινή. Πώς θα ζήσουμε εάν δεν έχουμε παραγωγή και προϊόν να πουλήσουμε; Κάθε χρόνο όλο και περισσότεροι συνάδελφοι εγκαταλείπουν την μελισσοκομία.

«Κάθε χρόνο ο αριθμός των μελισσιών παγκοσμίως μειώνεται. Η εκτεταμένη και αλόγιστη χρήση εντομοκτόνων, και φυτοφαρμάκων, η μονοκαλλιέργεια, η ρύπανση του περιβάλλοντος και η κλιματική κρίση οδηγούν στην μείωση αυτή», υπογραμμίζει η κ. Σωτηράκη.

Η ίδια ίδια προσθέτει πως «ακόμα μια μελισσοκομική χρονιά ξεκίνησε και οι μελισσοκόμοι κάνουν αυτό που έκαναν πάντα. Πολλαπλασιάζουν τα μελίσσια τους και κυνηγούν τις ανθοφορίες. Μια χρονιά που ελπίζουμε να μην είναι σαν την περσινή, που κατά κοινή ομολογία ήταν η χειρότερη των τελευταίων 40 ετών ενώ οι καταστροφές στον Έβρο και την Θεσσαλία έδωσαν την χαριστική βολή στους επαγγελματίες που είδαν όλο τους το βιος να καταστρέφεται».

«Τα μελίσσια δεν παράγουν το μέλι που παρήγαγαν παλιότερα, αυτό οφείλεται στην κλιματική κρίση δηλαδή στις ξηροθερμικές συνθήκες, την απουσία βροχών, την ερημοποίηση σε πολλές περιοχές χώρας με αποτέλεσμα τα φυτά να παράγουν λιγότερο νέκταρ και λιγότερη γύρη. Δεν είναι μόνο αυτές συνθήκες περιβάλλοντος  αλλά και οι δηλητηριάσεις των μελισσών από φυτοφάρμακα που χρησιμοποιούνται σε μορφή κοκτέιλ, οι απαγορεύσεις των μελισσοκόμων σε μετακινήσεις προς τις δασικές περιοχές λόγω του φόβου των πυρκαγιών καθώς και οι πλημμύρες», επισημαίνει ο Ομότιμος Καθηγητής Μελισσοκομίας του ΑΠΘ, Ανδρέας Θρασυβούλου.

Ο μελισσοκόμος και γεωπόνος του ΑΠΘ Βαγγέλης Θεοδωρακίδης αναφέρει ότι «η χρονιά ξεκίνησε καλά, είχαμε έναν ήπιο χειμώνα και τα μελίσσια παρουσίαζαν μια σταθερή και ανοδική  πορεία. Όμως, οι απρόσμενες ξηροθερμικές συνθήκες που επικράτησαν τον Μάρτιο και τον Απρίλιο, αλλά και η έντονη εμφάνιση της αφρικάνικης σκόνης  η οποία  έπεσε στο άνθος και τους οφθαλμούς των φυτών συνετέλεσαν ώστε να μην υπάρχει ποιοτικό νέκταρ και γύρη. Εξαιτίας των καιρικών συνθηκών στα μεγάλα μελίσσια δεν έχουν παραχθεί ακόμα μέλι, βασιλικός πολτός και  πρόπολη».  

Σύμφωνα με  τον κ. Θεοδωρακίδη αυτήν τη στιγμή στα μελίσσια καταγράφονται περιπτώσεις  λιμοκτοντονίας σε όλη την  Ελλάδα για αυτό καλούμαστε ως μελισσοκόμοι να προσαρμοστούμε στα νέα κλιματικά δεδομένα, ώστε να προσφέρουμε ένα υγιές ενδιαίτημα πλούσιο σε τροφή  απαλλαγμένο από φυτοφάρμακα.Επομένως οι μελισσοκόμοι είναι αναγκασμένοι να βρίσκονται διαρκώς σε επιφυλακή και να μεταφέρουν τα μελίσσια τους με αποτέλεσμα να αυξάνεται το κόστος παραγωγής.

«Το δυναμικό των μελισσοαποικιών πρέπει να είναι έτοιμο ολόκληρο το χρόνο καθώς οι μελισσοβοσκές διαρκούν πολύ λιγότερο χρονικό διάστημα από ότι μία και δύο δεκαετίες», αναφέρει ο κ. Θεοδωρακίδης.