του Δημήτρη Διαμαντίδη
Προσθήκη ζάχαρης εντοπίστηκε στο 14% δειγμάτων μελιών (μειγμάτων και μη), τα οποία απεστάλησαν προς έλεγχο από όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ στο ερευνητικό κέντρο της Ευρωπαικής Επιτροπής στο πλαίσιο σχετικού συντονισμένου σχεδίου, όπως ανακοίνωσε πριν από λίγες ημέρες ο Επίτροπος (EU Health and Food Safety) κ. Vytenis Andriukaitis.
Tι τρώμε; Πόσα ασφαλή είναι τα τρόφιμα που καταλήγουν στο πιάτο μας και στο στομάχι μας;
Όλοι θυμόμαστε το πανευρωπαικό σκάνδαλο με το κρέας αλόγου και μάλιστα από άλογα που τρέχουν στις ιπποδρομίες, εκ των οποίων κάποια κατέληξαν να γίνουν κιμάς και αλλαντικά.
Το συγκεκριμένο περιστατικό αποτέλεσε επί της ουσίας το έναυσμα για να ξεκινήσει μία μεγάλη διαβούλευση για το θέμα της ασφάλειας των τροφίμων, η οποία πλέον κατέληξε.
Αφού το κακό παραέγινε, χθες το Ευρωπαικό Κοινοβούλιο υιοθέτησε νέους κανόνες, που αυστηροποιούν τους ελέγχους ασφαλείας στα τρόφιμα στο σύνολο της αγροδιατροφικής παραγωγής, προκειμένου να γίνει πολύ πιο διάφανο και ευκρινές το «μονοπάτι» από την φάρμα μέχρι το πηρούνι του καταναλωτή.
Αυτοί οι νέοι κανόνες στοχεύουν να αναβαθμίσουν την διαδικασία ιχνηλασιμότητας των τροφίμων, να πατάξουν την απάτη στον τομέα αυτό και να αποκαταστήσουν την καταναλωτική εμπιστοσύνη προς την κατεύθυνση της ακεραιότητας και της ασφάλειας της τροφικής αλυσίδας.
Έλεγχοι απροειδοποίητοι σε όλο το φάσμα της αλυσίδας, πιο αυστηρές προδιαγραφές ασφαλείας, εις βάθος έρευνες για χρήση παρασιτοκτόνων, κανόνες καλής συμπεριφοράς απέναντι στα ζώα, σεβασμός των προδιαγραφών των προιόντων Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης, βιολογικά τρόφιμα και κατά πόσο είναι βιολογικά κα.
Αυτό είναι ένα μέρος από το «μενού» της νέας νομοθεσίας, η οποία θα τεθεί σε ισχύ από το τέλος του 2019.
Παράλληλα, το νέο σετ κανονισμών θα επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να αντιδρούν πιο γρήγορα σε καταστάσεις κρίσης, ενώ οι ποινές για τις παραβάσεις θα είναι αυστηρότερες και ίδιες σε όλη την ΕΕ.
Τέλος, η καινούργια νομοθεσία ακολουθεί μία λογική εκτίμησης του ρίσκου για τους καταναλωτές και δίνει τη δυνατότητα στις αρχές να εστιάσουν όχι μόνο στους κινδύνους για την δημόσια υγεία, αλλά σε όλα τα ρίσκα που προκύπτουν από ένα πιθανό κρούσμα παραβίασης των κανόνων ασφάλειας στο πεδίο της αγροδιατροφικής παραγωγής.