WWF: Μείζον θέμα οι σεισμικές έρευνες για υδρογονάνθρακες χωρίς περιβαλλοντική αδειοδότηση

του Θοδωρή Καραουλάνη

Αδιαφανείς και ευνοιοκρατικές διαδικασίες έγκρισης για την εξόρυξη υδρογονανθράκων κατήγγειλε για μία ακόμη φορά το WWF Ελλάς κατά την παρουσίαση της 14ης ετήσιας έκθεσης του «Η περιβαλλοντική νομοθεσία στην Ελλάδα». Όπως ήταν αναμενόμενο, καθώς το WWF Ελλάς τρέχει σχετική καμπάνια, ιδιαίτερη βαρύτητα δόθηκε στις πρόσφατες νομοθετικές και άλλες εξελίξεις για τις έρευνες υδρογονανθράκων. Αφού αναφέρθηκε το ζήτημα του μείγματος της ενεργειακής πολιτικής, η περιβαλλοντική οργάνωση επικέντρωσε την κριτική, βάσει της έκθεσης, στην έλλειψη περιβαλλοντικής αδειοδότησης για τις έρευνες και έθεσε ζήτημα ασυμβατότητας των αποφάσεων και των ρυθμίσεων με την κοινοτική νομοθεσία. Αξίζει όμως να σημειώσουμε ότι δεν προαναγγέλθηκε καμία σχετική προσφυγή ούτε στα εθνικά ούτε στα ευρωπαϊκά όργανα ή δικαστήρια.

Όπως τόνισαν χαρακτηριστικά στελέχη του, «η χρονιά χαρακτηρίζεται από το ευνοιοκρατικό, ελαστικό και αδιαφανές αδειοδοτικό πλαίσιο για τις σεισμικές έρευνες και εξορύξεις πετρελαίου και φυσικού αερίου (υδρογονανθράκων) που θέτει σε άμεσο κίνδυνο το θαλάσσιο και χερσαίο περιβάλλον της χώρας, λειτουργώντας εις βάρος της περιβαλλοντικής ασφάλειας. Ειδικότερα, μείζον ζήτημα αποτελεί η εξαίρεση από την υποχρέωση εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων στις περιοχές παραχώρησης κατά την πρώτη φάση εργασιών σεισμικής έρευνας. Μάλιστα, το γεγονός ότι η έρευνα και η εξόρυξη υδρογονανθράκων επηρεάζει άμεσα πάνω από 100 προστατευόμενες περιοχές σε όλη τη χώρα αποτελεί προφανή υποβάθμιση του θεσμικού πλαισίου προστασίας της φύσης. Μόνο ειρωνεία (sic) στην όλη διαδικασία αποτελεί η κήρυξη του Κυπαρισσιακού Κόλπου σε προστατευόμενη περιοχή, με την ταυτόχρονη μονογραφή συμφωνίας για εξόρυξη πετρελαίου στην ίδια περιοχή».

Σχετικά με το θέμα, η Greenagenda ρώτησε το WWF Ελλάς αν η πρωτοβουλία του ΥΠΕΝ, που πρώτη αποκάλυψε η Greenagenda, για νέο καθεστώς προστασίας για τα γεωπάρκα και προδιαγραφές των σχετικών περιβαλλοντικών μελετών είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Η αντίδραση των στελεχών του WWF ήταν από αόριστη και επιφυλακτική έως αποκαρδιωτική. Σύμφωνα με τον κ. Χασιώτη, η πρωτοβουλία είναι εις γνώση του και την παρακολουθούν, τη θεωρούν καλή και σωστή, αλλά θεωρούν ότι είναι περιορισμένη και πρώιμη για κρίση. «Άλλωστε δεν ξέρω αν συμπίπτουν πολλά γεωπάρκα με τις περιοχές ερευνών για τους υδρογονάνθρακες», σημείωσε χαρακτηριστικά αποφεύγοντας να τοποθετηθεί για το θέμα της καθιέρωσης προδιαγραφών για τις ειδικές περιβαλλοντικές μελέτες σε γεωλογικά σημαντικές περιοχές.

Αναλυτικότερα, υπό τον τίτλο «Σεισμική έρευνα για πετρέλαιο χωρίς περιβαλλοντική αδειοδότηση», το WWF στην έκθεσή του τονίζει ότι «το μείζον ζήτημα της εξαίρεσης από την υποχρέωση διενέργειας μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ) κατά την πρώτη φάση εργασιών πετρελαίου στις περιοχές παραχώρησης για εκμετάλλευση υδρογονανθράκων, δηλαδή στη φάση των σεισμικών ερευνών, χρήζει ιδιαίτερης προσοχής, καθώς έτσι εξαιρούνται από τη σημαντική διαδικασία της a priori περιβαλλοντικής εκτίμησης δραστηριότητες και εργασίες που επιφυλάσσουν σημαντικές επιπτώσεις σε προστατευόμενα οικοσυστήματα και είδη χλωρίδας και πανίδας».

Σύμφωνα με τα στελέχη του WWF «οι χερσαίες περιοχές παραχώρησης καλύπτουν τεράστιες εκτάσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν τμήματα εθνικών πάρκων και περιοχές που προστατεύονται από τις κοινοτικές οδηγίες 92/43/ΕΟΚ για τους οικοτόπους και 2009/147/EK για τα άγρια πουλιά, αλλά και από τη Σύμβαση Ραμσάρ. Οι επιπτώσεις στο περιβάλλον των περιοχών σεισμικής έρευνας είναι σοβαρές και περιλαμβάνουν αποψίλωση βλάστησης, διάβρωση εδάφους, υδρολογικές αλλοιώσεις, ρύπανση από απόβλητα, αλλαγή χρήσεων γης, ρύπανση από την κίνηση οχημάτων, αλλοιώσεις σε οικοσυστήματα από διάνοιξη δρόμων, και κατακερματισμό των οικοσυστημάτων. Στις θαλάσσιες περιοχές (κυρίως το Ιόνιο και την Κρήτη), οι επιπτώσεις των σεισμικών ερευνών στα θαλάσσια θηλαστικά θα είναι δίχως αμφιβολία εξαιρετικά επιβλαβείς. H χρήση σεισμικών airguns για την πρόκληση ακουστικών πηγών είναι η σοβαρότερη και πλέον αδιαμφισβήτητη επίπτωση στη θαλάσσια βιοποικιλότητα, καθώς μπορεί να προκαλέσει ακουστικά τραύματα ή ακόμα και θάνατο σε φάλαινες, δελφίνια και θαλάσσιες χελώνες. Η πρόβλεψη ότι εργασίες σημαντικής έκτασης και πιθανής περιβαλλοντικής επίπτωσης ακόμα και μέσα σε περιοχές Natura χωρίς εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων και διαφανή διαδικασία αδειοδότησης αφορά κατά προτίμηση τους υδρογονάνθρακες. Συγκεκριμένα, στη φάση της σεισμικής έρευνας προβλέπεται η σύνταξη ενός «περιβαλλοντικού σχεδίου δράσης» που δεν δημοσιεύεται πουθενά και έχει αδιευκρίνιστο περιεχόμενο, ενώ δεν εμπίπτει σε καμία νομοθεσία σχετική με τις περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις.

Και προσθέτουν ότι «συγκεκριμένα, 56 προστατευόμενες περιοχές που βρίσκονται εξ’ ολοκλήρου μέσα σε χερσαία και θαλάσσια οικόπεδα εξορύξεων (40 καταφύγια άγριας ζωής και 16 περιοχές του δικτύου Natura 2000). Επίσης, 136 προστατευόμενες περιοχές βρίσκονται μερικά σε χερσαία και θαλάσσια οικόπεδα εξορύξεων (59 καταφύγια άγριας ζωής, 69 περιοχές Natura, 7 εθνικά πάρκα και ένας εθνικός δρυμός). Σε ένα συμπαγές και συνεπές αδειοδοτικό πλαίσιο, οι παρεμβάσεις και οχλήσεις που συνεπάγονται οι σεισμικές έρευνες θα έπρεπε να υποβάλλονται σε πλήρη εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Σε μια εποχή κατά την οποία άλλα κράτη της Μεσογείου προχωρούν σε ακύρωση προγραμμάτων έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος και συμμόρφωσης με τη Συνθήκη των Παρισίων για την κλιματική αλλαγή, το γεγονός ότι στην Ελλάδα τέτοια προγράμματα απολαμβάνουν ιδιαίτερου και εμφανώς ευνοϊκού αδειοδοτικού καθεστώτος προκαλεί μεγάλο προβληματισμό και εύλογες ανησυχίες για το κατά πόσον εξυπηρετούν πραγματικά το δημόσιο συμφέρον. Ιδιαίτερα καθώς πρόκειται για νέα δραστηριότητα, η μη υιοθέτηση των βέλτιστων διεθνών πρακτικών περιβαλλοντικής αδειοδότησης είναι παντελώς αδικαιολόγητη και ευνοεί μια κατάσταση ασυδοσίας και μειωμένου ελέγχου».

Ωστόσο σημειώνουμε ότι το ΥΠΕΝ έχει πολλάκις μέχρι σήμερα διαβεβαιώσει επίσημα σε κάθε επίπεδο και με κάθε ευκαιρία ότι το σύνολο των συμβάσεων και των ερευνών υδρογονανθράκων υπόκειται στην περιβαλλοντική νομοθεσία και οι εταιρείες που έχουν αναλάβει τις εργασίες είναι υποχρεωμένες να ακολουθήσουν το θεσμικό πλαίσιο προστασίας του περιβάλλοντος που περιλαμβάνουν την περιβαλλοντική αδειοδότηση.

Ακόμη, αν ανατρέξει κανείς στη 269 σελίδων, πλήρη έκθεση, το ίδιο το WWF Ελλάς σημειώνει, συνδυάζοντας τις αναφορές στα κεφάλαια περί περιβαλλοντικής αδειοδότησης και περί ερευνών υδρογονανθράκων ότι στην υ.α. οικ. 37674/10.08.2016 (ΦΕΚ Β 2471) η οποία εφαρμόζει τους βασικούς νόμους για την προστασία του περιβάλλοντος, «οι ερευνητικές γεωτρήσεις για την ανεύρεση υδρογονανθράκων κατατάσσονται στην υποκατηγορία Α1 της 5ης ομάδας (εξορυκτικές και συναφείς δραστηριότητες) του παραρτήματος V, συνεπώς και οι αντίστοιχου επιπέδου εργασίες σεισμικής έρευνας πρέπει να υποβάλλονται σε διαδικασία εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων». Ακόμη, στις συμβάσεις παραχώρησης αναφέρεται σταθερά ότι «ο Μισθωτής υποχρεούται να … (β) εκτελεί όλες τις Εργασίες Πετρελαίου σε πλήρη συμμόρφωση με την Περιβαλλοντική Νομοθεσία». Εντούτοις το WWF Ελλάς εκτιμά ότι από το συνδυασμό των διατάξεων προκύπτει ότι το πρώτο στάδιο έρευνας δεν υπόκειται σε εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων κατά την έννοια του νόμου και των κοινοτικών οδηγιών. Ακόμη το WWF εκτιμά νομικά και θεωρεί, λογικά, ότι «νεότερος νόμος υπερισχύει παλαιότερου» επομένως αφού οι συμβάσεις παραχώρησης των οικοπέδων έχουν κυρωθεί από τη Βουλή και έχουν τυπική ισχύ νόμου, ίσως θεωρηθεί ότι υπερτερούν της περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Στις συμβάσεις μάλιστα περιλαμβάνεται μια άλλη διαδικασία, αναφέρεται δηλαδή ο πραγματικά καινούργιος όρος του «σχεδίου περιβαλλοντικής δράσης» (ΣΠΔ), το οποίο «υποβάλλεται στον Εκμισθωτή προς εξέταση και πρέπει να τηρείται από το Μισθωτή». Οι αντικρουόμενες αυτές διατάξεις είναι ένα βασικό νομικό ζήτημα (ποια διάταξη νόμου υπερισχύει, παλαιότερου ή νεότερου νόμου, οι οποίες μάλιστα δεν είναι ακριβώς «ασύμβατες» μεταξύ τους) το οποίο, μοιραία, με βάση τις μέχρι σήμερα αντιδράσεις, θα κριθεί από τα δικαστήρια εάν και εφόσον υπάρξουν προσφυγές. Σημειώνουμε ότι η νομολογία τόσο των ελληνικών όσο και των ευρωπαϊκών δικαστηρίων έχει δεχθεί ότι η νομοθεσία για την προστασία του περιβάλλοντος υπερισχύει άλλων ειδικών ρυθμίσεων, ωστόσο υφίστανται και εξαιρέσεις για λόγους δημοσίου συμφέροντος και μεγάλης, στρατηγικής, σημασίας επενδύσεων, οπότε το αποτέλεσμα τυχόν δικαστικών κρίσεων είναι στην πραγματικότητα άγνωστο σήμερα.

Αν σας άρεσε το άρθρο, Μοιραστείτε το!

Αφήστε μια απάντηση